Ερμηνεία

2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«αποκοπές» σημαίνει αποκοπές από τις μηνιαίες απολαβές του κάθε εργοδοτούμενου που απασχολείται με σύμβαση, δυνάμει του παρόντος Νόμου·

«εργοδοτούμενος που απασχολείται με σύμβαση και λαμβάνει φιλοδώρημα» σημαίνει κάθε πρόσωπο που εργοδοτείται στην κρατική υπηρεσία και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα με σύμβαση απασχόλησης ιδιωτικού δικαίου, περιλαμβανομένων του Διευθυντή του Γραφείου Προέδρου της Δημοκρατίας, του Ειδικού Βοηθού του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Ειδικού Συνεργάτη του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Διευθυντή του Γραφείου του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, του Διευθυντή του Γραφείου Τύπου της Βουλής των Αντιπροσώπων, του Επιτρόπου Εθελοντισμού και Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, του Επιτρόπου Περιβάλλοντος, του Επιτρόπου Προεδρίας για Ανθρωπιστικά Θέματα, του Εφόρου Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών, του Προϊστάμενου της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, των Εθελοντών Πενταετούς Υποχρεώσεως, των Εθελοντών Υπαξιωματικών, των εκτάκτων υπαλλήλων, του επιτόπιου προσωπικού, των εργοδοτουμένων αορίστου χρόνου, των ειδικών αστυνομικών, καθώς και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο έχει προσληφθεί ή ήθελε προσληφθεί με το ίδιο ή παρόμοιο καθεστώς·

«ευρύτερος δημόσιος τομέας» σημαίνει κάθε ανεξάρτητη υπηρεσία ή αρχή ή γραφείο ανεξάρτητου αξιωματούχου, κάθε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή οργανισμό δημοσίου δικαίου, περιλαμβανομένων των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης ή οποιοδήποτε άλλο οργανισμό δημοσίου δικαίου χωρίς νομική προσωπικότητα που ιδρύεται με νόμο προς το δημόσιο συμφέρον και τα κεφάλαια του οποίου είτε παρέχονται είτε είναι εγγυημένα από τη Δημοκρατία·

«κρατική υπηρεσία» σημαίνει υπηρεσία που υπάγεται στη Δημοκρατία, καθώς επίσης υπηρεσία σε οποιαδήποτε θέση στην κρατική υπηρεσία αναφορικά με την οποία γίνεται ειδική πρόνοια με νόμο·

«μηνιαίες απολαβές» σημαίνει το βασικό μισθό, τις γενικές αυξήσεις και το τιμαριθμικό επίδομα που καταβάλλονται μηνιαία σε εργοδοτούμενο που απασχολείται με σύμβαση και λαμβάνει φιλοδώρημα·

«όροι απασχόλησης» σημαίνει τους όρους που διέπουν την απασχόληση των εργοδοτουμένων που απασχολούνται με σύμβαση και λαμβάνουν φιλοδώρημα·

«οικείοι νόμοι ή κανονισμοί» σημαίνει οποιουσδήποτε νόμους ή κανονισμούς που ρυθμίζουν την απασχόληση των εργοδοτουμένων που απασχολούνται με σύμβαση και λαμβάνουν φιλοδώρημα στην κρατική υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα·

«φιλοδώρημα» σημαίνει το ποσό που καταβάλλεται σε εργοδοτούμενο που απασχολείται με σύμβαση, κατά τη συμπλήρωση της ηλικίας υποχρεωτικού τερματισμού της απασχόλησής του, ή άλλως πως, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στους όρους απασχόλησής του ή στους οικείους νόμους ή κανονισμούς.

(2) Όροι που δεν καθορίζονται ειδικά στην παράγραφο (1) του άρθρου αυτού, έχουν εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετικά, τις έννοιες που αποδίδονται σ’ αυτούς από τους οικείους νόμους ή κανονισμούς.