Ειδική ρύθμιση για άτομο με αναπηρία

34.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 39 και ανεξάρτητα από τις διατάξεις των παραγράφων (α) μέχρι (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, άτομο με αναπηρία οποιασδήποτε ηλικίας δύναται να αιτείται παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, νοουμένου ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 5, 8, 12, 13 και 14 του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι άγαμο άτομο με αναπηρία που δεν έχει συμπληρώσει το εικοστό όγδοο (28) έτος της ηλικίας του δε θεωρείται μέλος της οικογενειακής μονάδας για σκοπούς εφαρμογής των προϋποθέσεων που αναφέρονται στα άρθρα 8,12,13 και 14 του παρόντος Νόμου.

(2) Σε άτομο με αναπηρία το οποίο καθίσταται δικαιούχο ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος παρέχεται και μηνιαίο ποσό ίσο με διακόσια είκοσι έξι (€226) ευρώ, ως αναπηρικό επίδομα.

(3) Οποιοδήποτε άτομο με αναπηρία το οποίο δεν πληρεί τις προϋποθέσεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 5 και του εδαφίου (2) του άρθρου 5 και πληρεί τις λοιπές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, θα εξετάζεται από τον Προϊστάμενο Υπηρεσίας με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περίπτωσής του:

Νοείται ότι το ποσό που παρέχεται σε δικαιούχο άγαμο ανάπηρο άτομο ηλικίας μικρότερης των εικοσιοκτώ (28) ετών ως ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα ή/και το ποσό που παρέχεται σε οποιοδήποτε δικαιούχο ως αναπηρικό επίδομα δύναται να παραχωρείται και με τη μορφή παροχής υπηρεσιών ή/και με οποιοδήποτε άλλο τρόπο μετά από διαβούλευση και σε αυτή την περίπτωση, το δικαιούχο άγαμο πρόσωπο ηλικίας μικρότερης των εικοσιοκτώ (28) ετών, θεωρείται ως μέλος της οικογενειακής μονάδας για παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος.

(4) Άτομο με αναπηρία, το οποίο είναι δικαιούχο ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και του οποίου η αναπηρία έχει πιστοποιηθεί από την Επιτροπή Αξιολόγησης της Αναπηρίας, η οποία λειτουργεί στο πλαίσιο του Συστήματος Αξιολόγησης της Αναπηρίας, ως αναπηρία μόνιμη ή μη αναστρέψιμη, χωρίς τη δυνατότητα αποκατάστασης ή βελτίωσης, δεν καλείται από την εν λόγω Επιτροπή για επαναξιολόγηση της αναπηρίας του:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που το άτομο με αναπηρία υποβάλλει αίτηση για παροχή ή υπηρεσία, λόγω επιδείνωσης της κατάστασής του ή λόγω εμφάνισης επιπρόσθετης αναπηρίας η οποία δεν έχει πιστοποιηθεί από την Επιτροπή Αξιολόγησης της Αναπηρίας, που λειτουργεί στο πλαίσιο του Συστήματος Αξιολόγησης της Αναπηρίας, το Τμήμα αποφασίζει για τη διενέργεια επαναξιολόγησης αναπηρίας:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που περιέλθουν στην αντίληψη του Τμήματος νεότερα και επαρκώς τεκμηριωμένα στοιχεία μέσω επώνυμης γραπτής καταγγελίας, το Τμήμα αποφασίζει για την επαναξιολόγηση αναπηρίας, για σκοπούς πιστοποίησης ότι το άτομο με αναπηρία εξακολουθεί να πληροί τα κριτήρια και προϋποθέσεις του δικαιούχου.

(5) Για άτομο με εκ γενετής αναπηρία του οποίου η αναπηρία πιστοποιείται από εξειδικευμένο ιατρικό κέντρο ή από ειδικό ιατρό ως αναπηρία μόνιμη ή μη αναστρέψιμη, χωρίς τη δυνατότητα αποκατάστασης, η αξιολόγηση και πιστοποίηση από την Επιτροπή Αξιολόγησης της Αναπηρίας γίνεται μόνο με την προσκόμιση των αναγκαίων ιατρικών πιστοποιητικών:

Νοείται ότι, η φυσική παρουσία του ατόμου αυτού ενώπιον της Επιτροπής Αξιολόγησης της Αναπηρίας απαιτείται μόνο για τεκμηριωμένους και εξειδικευμένους λόγους, για τους οποίους ενημερώνεται εκ των προτέρων.

(6) Τα πρόσωπα τα οποία συγκροτούν την Επιτροπή Αξιολόγησης της Αναπηρίας ενημερώνουν τον αιτητή για το όνομα και επώνυμό τους, όπως και για την ειδικότητα και το επάγγελμά τους πριν από κάθε αξιολόγηση.

(7) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (6), ο αιτητής ενημερώνεται επιπρόσθετα ότι η χρήση των στοιχείων ταυτοποίησης των προσώπων που συγκροτούν την Επιτροπή Αξιολόγησης της Αναπηρίας, για σκοπούς επηρεασμού της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης και του πορίσματος αξιολόγησης, συνιστά ποινικό αδίκημα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31.

(8) Το πόρισμα της Επιτροπής Αξιολόγησης της Αναπηρίας κοινοποιείται στον αιτητή εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.