Επιστροφή στην εργασία και διασφάλιση δικαιωμάτων

10.-(1) Μετά τη λήξη της γονικής άδειας ο εργοδοτούμενος δικαιούται να επανέλθει στην εργασία του στην ίδια ή παρόμοια θέση, η οποία δεν δύναται σε καμιά περίπτωση να είναι κατώτερη από αυτήν που είχε πριν λάβει τη γονική άδεια.

(2) Ο εργοδοτούμενος, κατά την επιστροφή από τη γονική άδεια, δύναται να ζητήσει αλλαγές στο ωράριο και/ή την οργάνωση της εργασίας του για καθορισμένη χρονική περίοδο. Ο εργοδότης εξετάζει και ανταποκρίνεται στα εν λόγω αιτήματα, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες τόσο του εργοδότη όσο και του εργοδοτούμενου.

(3) Ο εργοδοτούμενος και ο εργοδότης δύνανται να διατηρούν επαφή κατά την περίοδο της γονικής άδειας και να προβαίνουν σε διευθετήσεις για τυχόν ενδεδειγμένα μέτρα επανένταξης, τα οποία αποφασίζονται μεταξύ τους.

(4) Tα κεκτημένα δικαιώματα ή τα δικαιώματα που είναι υπό κτήση από τον εργοδοτούμενο κατά τη ημερομηνία έναρξης της γονικής άδειας διατηρούνται ως έχουν μέχρι τέλους της γονικής άδειας. Mε τη λήξη της γονικής άδειας, εφαρμόζονται τα δικαιώματα αυτά, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε αλλαγών προκύψουν από νομοθεσία, συλλογικές συμβάσεις ή πρακτική.

(5) Kατά τον χρόνο απουσίας του εργοδοτουμένου από την εργασία του, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 4 του παρόντος Nόμου, ο εργοδοτούμενος πιστώνεται με ασφαλιστέες αποδοχές σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου.

(6) O χρόνος απουσίας του εργοδοτουμένου από την εργασία του, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 4 και 12 λογίζεται ως χρονικό διάστημα εργασίας για τον υπολογισμό της ετήσιας άδειας μετ’ απολαβών. O χρόνος απουσίας του εργοδοτούμενου από την εργασία του, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων των άρθρων 4 και 12, δε λογίζεται ως χρόνος ετήσιας άδειας δυνάμει του περί Eτησίων Aδειών μετ’ Aπολαβών Nόμου.

(7) O χρόνος απουσίας του εργοδοτούμενου από την εργασία του, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων των άρθρων 4 και 12 λογίζεται ως περίοδος απασχόλησης για τους σκοπούς του περί Τερματισμού Απασχόλησης Νόμου.