Επιθεωρητές

43.-(1) Ο Έφορος δύναται να μεταβιβάζει γραπτώς σε οποιοδήποτε επιθεωρητή, ο οποίος διορίζεται βάσει του άρθρου 69 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας και την εκτέλεση οποιουδήποτε καθήκοντος που ο παρών Νόμος ή οι Κανονισμοί ή οι οδηγίες χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα, στον Έφορο.

Σε περίπτωση τέτοιας μεταβίβασης, ο Έφορος διατηρεί την εξουσία να ασκεί ούτως μεταβιβαζόμενη εξουσία και να εκτελεί ούτως μεταβιβαζόμενο καθήκον, από και κατά τη διάρκεια της εν λόγω μεταβίβασης.

(2) Ο Έφορος δύναται να τροποποιεί και να ανακαλεί μεταβίβαση που έκανε δυνάμει του εδαφίου (1), με γραπτή ειδοποίηση προς τον επιθεωρητή στον οποίο έγινε η μεταβίβαση.

(3) Σε περίπτωση που δυνάμει του παρόντος άρθρου τόσο ο Έφορος όσο και επιθεωρητής ταυτόχρονα ασκούν την ίδια εξουσία ή εκτελούν το ίδιο καθήκον, ο επιθεωρητής λαμβάνει τα δέοντα μέτρα έτσι ώστε να μην ασκεί την εξουσία ή να εκτελεί καθήκον στα ίδια πραγματικά γεγονότα με τον Έφορο, εκτός εάν ο τελευταίος το επιτρέπει και σύμφωνα με τυχόν οδηγίες του τελευταίου.

(4) Σε περίπτωση που δυνάμει του παρόντος άρθρου επιθεωρητής ασκεί εξουσία ή εκτελεί καθήκον που ο παρών Νόμος ή οι Κανονισμοί ή οδηγίες χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα, στον Έφορο, ο παρών Νόμος και οι Κανονισμοί και οδηγίες εφαρμόζονται ως εάν να είχαν παραχωρήσει ρητά την εν λόγω εξουσία στο ασκούν αυτήν πρόσωπο και είχαν αναθέσει ρητά το εν λόγω καθήκον στο εκτελούν αυτό πρόσωπο.

(5) Κάθε επιθεωρητής είναι εφοδιασμένος με πιστοποιητικό διορισμού του, το οποίο και επιδεικνύει, αν του ζητηθεί, όταν ζητά να εισέλθει σε οποιοδήποτε υποστατικό ή άλλο τόπο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών και οδηγιών.