ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
[Άρθρο 35(4)]
ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ


ΜΕΡΟΣ Α
ΔΙΑΘΕΣΙΜΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ

1. Το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας αποτελείται από τα περιουσιακά στοιχεία του Ταμείου μετά την αφαίρεση κάθε προβλεπτής υποχρέωσης και κάθε άυλου περιουσιακού στοιχείου, περιλαμβανομένων-
(α) Του καταβληθέντος τμήματος του μετοχικού κεφαλαίου ή στην περίπτωση Ταμείων που έχουν τη μορφή αλληλασφαλιστικής επιχείρησης, του πραγματικού αρχικού κεφαλαίου συν τυχόν λογαριασμούς μελών της αλληλασφαλιστικής επιχείρησης που πληρούν τα ακόλουθα κριτήρια:
(i) Το καταστατικό τους ορίζει ότι από τους λογαριασμούς αυτούς δύναται να γίνονται πληρωμές στα μέλη της αλληλασφαλιστικής επιχείρησης μόνον εφόσον το γεγονός αυτό δεν προκαλεί πτώση του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας κάτω του απαιτούμενου επιπέδου ή εάν η  επιχείρηση έχει διαλυθεί, εφόσον έχουν εξοφληθεί όλα τα άλλα χρέη της επιχείρησης,
(ii) το καταστατικό ορίζει ότι, όσον αφορά οποιαδήποτε πληρωμή που αναφέρεται στην υπο-υποπαράγραφο (i) για άλλους λόγους, εκτός από τον ατομικό τερματισμό της ιδιότητας του μέλους της αλληλασφαλιστικής επιχείρησης, ο Έφορος ενημερώνεται τουλάχιστον έναν μήνα προηγουμένως και ότι μπορεί εντός της περιόδου αυτής να απαγορεύσει την πληρωμή, και
(iii) οι σχετικές καταστατικές διατάξεις τροποποιούνται μόνον εφόσον ο Έφορος δηλώσει ότι δεν έχει αντίρρηση για την τροποποίηση, υπό την επιφύλαξη των κριτηρίων που προβλέπονται στις υπο-υποπαραγράφους (i) και (ii)∙
(β) των αποθεματικών των προβλεπόμενων στον παρόντα Νόμο ή ελευθέρων, τα οποία δεν αντιστοιχούν σε ανειλημμένες υποχρεώσεις·
(γ) των κερδών ή των ζημιών τα οποία μεταφέρονται στο νέο οικονομικό έτος  μετά την αφαίρεση των μερισμάτων που θα καταβληθούν, και
(δ) των αποθεματικών κερδών τα οποία εμφανίζονται στον ισολογισμό και δεν έχουν διατεθεί προς διανομή στα μέλη και στους δικαιούχους και τα οποία δύναται να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη ενδεχόμενων ζημιών:
Νοείται ότι, το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας μειώνεται κατά το ποσό των ίδιων μετοχών που το Ταμείο κατέχει άμεσα.
2. Το διαθέσιμο αποθεματικό φερεγγυότητας νοουμένου ότι εξασφαλίζεται η γραπτή έγκριση του Εφόρου δύναται να συνίσταται από:
(α) Το σωρευτικό προνομιούχο μετοχικό κεφάλαιο και τα δάνεια μειωμένης εξασφάλισης μέχρι ποσοστού 50% του μικρότερου ποσού μεταξύ του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας και του απαιτούμενου περιθωρίου φερεγγυότητας, από το οποίο όχι περισσότερο από το 25% αποτελείται από δάνεια μειωμένης εξασφάλισης με καθορισμένη λήξη ή σωρευτικό προνομιούχο μετοχικό κεφάλαιο με καθορισμένη διάρκεια νοουμένου ότι, σε περίπτωση εκκαθάρισης του Ταμείου υπάρχουν δεσμευτικές συμφωνίες βάσει των οποίων τα δάνεια μειωμένης εξασφάλισης ή το προνομιούχο μετοχικό κεφάλαιο κατατάσσονται μετά τις απαιτήσεις όλων των άλλων πιστωτών και δεν εξοφλούνται παρά μόνο μετά την εξόφληση όλων των άλλων χρεών που εκκρεμούν κατά τον χρόνο αυτό∙
(β) τους τίτλους χωρίς καθορισμένη λήξη και άλλους τίτλους περιλαμβανομένων  σωρευτικών προνομιούχων μετοχών, εκτός από τις προβλεπόμενες στην υποπαράγραφο (α) μέχρι ποσοστού 50% του μικρότερου ποσού μεταξύ του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας και του απαιτούμενου περιθωρίου φερεγγυότητας για το σύνολο των τίτλων αυτών και των δανείων μειωμένης εξασφάλισης  που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (α), εφόσον πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) Δεν ρευστοποιούνται με πρωτοβουλία του κομιστή ή χωρίς την προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση του Εφόρου,
(ii) η σύμβαση έκδοσης των χρεογράφων παρέχει στο Ταμείο τη δυνατότητα να αναβάλει την καταβολή των τόκων του δανείου,
(iii) οι απαιτήσεις του δανειστή έναντι του Ταμείου κατατάσσονται εξ ολοκλήρου μετά τις απαιτήσεις όλων των άλλων πιστωτών που δεν έχουν μειωμένη εξασφάλιση,
(iv) τα σχετικά με την έκδοση των κινητών αξιών έγγραφα προβλέπουν για τη δυνατότητα κάλυψης των ζημιών από το χρέος και τους μη καταβληθέντες τόκους, επιτρέποντας ταυτόχρονα τη συνέχιση των δραστηριοτήτων του Ταμείου, και
(v) μόνον τα ποσά τα οποία έχουν πράγματι καταβληθεί λαμβάνονται υπόψη:
Νοείται ότι, για σκοπούς της υποπαραγράφου (α), τα δάνεια μειωμένης εξασφάλισης πρέπει επιπροσθέτως να πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) Να λαμβάνονται υπόψη μόνο τα πραγματικά καταβληθέντα ποσά∙
(ii) η αρχική διάρκεια των δανείων με καθορισμένη λήξη να είναι τουλάχιστον πενταετής και το αργότερο ένα (1) έτος πριν από την ημερομηνία αποπληρωμής, το Ταμείο να υποβάλει στον Έφορο για έγκριση σχέδιο το οποίο να καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας θα διατηρηθεί ή θα αυξηθεί στο απαιτούμενο επίπεδο κατά την ημερομηνία αποπληρωμής του δανείου, εκτός εάν το ποσό μέχρι του οποίου το δάνειο μπορεί να καταταχθεί ως συστατικό μέρος του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας, μειώνεται σταδιακά κατά τα τελευταία πέντε (5) τουλάχιστον έτη πριν από την ημερομηνία αποπληρωμής:
Νοείται ότι, ο Έφορος δύναται να επιτρέψει την εξόφληση των δανείων αυτών πριν από τη λήξη τους, εφόσον  η σχετική αίτηση υποβληθεί από το Ταμείο εκδότη και εφόσον το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητάς του δεν είναι κατώτερο του απαιτούμενου επιπέδου∙
(iii) η εξόφληση των δανείων μη καθορισμένης λήξης να γίνεται μόνο μετά από πενταετή προειδοποίηση, εκτός εάν δεν θεωρούνται πλέον ως συστατικό μέρος του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας ή εκτός εάν έχει προηγουμένως εξασφαλισθεί η σύμφωνη γνώμη του Εφόρου για την πρόωρη εξόφλησή τους, οπότε το Ταμείο ενημερώνει τον Έφορο τουλάχιστον έξι (6) μήνες πριν από την προτεινόμενη ημερομηνία εξόφλησης, υποδεικνύοντας το διαθέσιμο και το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας τόσο πριν όσο και μετά την εξόφληση αυτή:
Νοείται ότι, ο Έφορος επιτρέπει την εξόφληση μόνον εάν το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας του Ταμείου δεν κινδυνεύει να υποχωρήσει κάτω του απαιτούμενου επιπέδου∙
(iv) στη σύμβαση δανείου δεν περιλαμβάνονται ρήτρες οι οποίες ορίζουν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, εκτός από την εκκαθάριση του Ταμείου η οφειλή καθίσταται απαιτητή πριν καταστεί ληξιπρόθεσμη, και
(v) η δανειακή σύμβαση τροποποιείται μόνον εφόσον ο Έφορος δηλώσει ότι δεν αντιτίθεται στην προτεινόμενη τροποποίησή της.
3. Κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης του Ταμείου προς τον Έφορο και μετά από τη γραπτή συγκατάθεσή του, το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας δύναται να αποτελείται-
(α) Στην περίπτωση που δεν χρησιμοποιείται η μέθοδος “Zillmer” ή στην περίπτωση που χρησιμοποιείται μεν αλλά υπολείπεται της επιβάρυνσης λόγω εξόδων απόκτησης εργασίας που περιλαμβάνεται στο ασφάλιστρο, από τη διαφορά μεταξύ της μαθηματικής πρόβλεψης που προκύπτει χωρίς τη μέθοδο “Zillmer” ή έχει μερικώς υπολογισθεί με τη μέθοδο αυτή και μίας μαθηματικής πρόβλεψης η οποία έχει υπολογισθεί με τη μέθοδο “Zillmer” και σε ποσοστό ίσο προς την επιβάρυνση λόγω εξόδων απόκτησης εργασίας που περιλαμβάνεται στο ασφάλιστρο∙
(β) από τα καθαρά λανθάνοντα αποθεματικά που προκύπτουν από την εκτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού, στο μέτρο που αυτά δεν είναι εξαιρετικού χαρακτήρα∙
(γ) από το ήμισυ του μη καταβληθέντος μετοχικού ή αρχικού κεφαλαίου, εφόσον το καταβληθέν τμήμα ισούται με ποσοστό 25% του μετοχικού ή αρχικού κεφαλαίου, μέχρι ποσοστού 50% του μικρότερου ποσού μεταξύ του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας και του απαιτούμενου περιθωρίου φερεγγυότητας:
Νοείται ότι, το ποσό το οποίο καθορίζεται στην υποπαράγραφο (α), σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το 3,5% του αθροίσματος των διαφορών μεταξύ των κεφαλαίων του κλάδου ζωής και των μαθηματικών αποθεματικών για το σύνολο των ασφαλιστήριων συμβολαίων στα οποία είναι δυνατή η εφαρμογή της μεθόδου “Zillmer”:
Νοείται περαιτέρω ότι, η διαφορά αυτή μειώνεται κατά το ποσό των μη αποσβεσθέντων εξόδων απόκτησης που έχουν εγγραφεί στο ενεργητικό.

ΜΕΡΟΣ Β

ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ

1. Το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας καθορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 έως 6 και βάσει των αναληφθεισών υποχρεώσεων.
2. Το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας πρέπει να είναι ίσο προς το άθροισμα των πιο κάτω δύο στοιχείων, ως ακολούθως:
(α) Πρώτο αποτέλεσμα-
ποσοστό 4% των μαθηματικών αποθεματικών που αφορούν εργασίες πρωτασφάλισης και αντασφαλιστικές αποδοχές χωρίς να αφαιρεθούν οι αντασφαλιστικές εκχωρήσεις, πολλαπλασιάζεται επί τον αριθμητικό λόγο κατά το τελευταίο οικονομικό έτος των συνολικών μαθηματικών αποθεματικών μετά την αφαίρεση των αντασφαλιστικών εκχωρήσεων, προς το μαθηματικό ποσό των ακαθάριστων αποθεματικών:
Νοείται ότι, ο λόγος αυτός δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι μικρότερος του 85%.
(β) Δεύτερο αποτέλεσμα-
για τα ασφαλιστήρια συμβόλαια των οποίων τα κεφάλαια κινδύνου δεν είναι αρνητικά, ποσοστό 0,3% των κεφαλαίων που έχουν αναληφθεί από το Ταμείο, πολλαπλασιάζεται επί τον λόγο κατά το τελευταίο οικονομικό έτος του συνολικού κεφαλαίου κινδύνου που παραμένει εις βάρος του Ταμείου μετά τις αντασφαλιστικές εκχωρήσεις και αντεκχωρήσεις, προς το συνολικό κεφάλαιο αντασφάλισης ακαθάριστου κινδύνου χωρίς την αφαίρεση της αντασφάλισης:
Νοείται ότι, ο λόγος αυτός σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερος του 50%:
Νοείται περαιτέρω ότι, για τις πρόσκαιρες ασφαλίσεις θανάτου ανώτατης διάρκειας τριών (3) ετών, ο λόγος αυτός καθορίζεται σε 0,1% για τις ασφαλίσεις διάρκειας μεγαλύτερης των τριών (3), ενώ για τις ασφαλίσεις μικρότερης των πέντε (5) ετών, ο λόγος αυτός καθορίζεται σε 0,15%.
3. Για τις πρόσθετες ασφαλίσεις για τις οποίες προβλέπει η υποπαράγραφος (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 του περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου, το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας υπολογίζεται, ως ακολούθως:
(α) Με βάση είτε το ετήσιο ποσό των ασφαλίστρων και των εισφορών είτε τη μέση επιβάρυνση από αποζημιώσεις των τριών (3) τελευταίων οικονομικών ετών,
(β) το ύψος είναι ίσο προς το μεγαλύτερο από τα δύο αποτελέσματα που καθορίζονται στις υποπαραγράφους (γ) και (δ),
(γ) με την επιλογή ως βάσης υπολογισμού των ασφαλίστρων του μεγαλύτερου μεταξύ του ποσού των δεδουλευμένων ασφαλίστρων ή εισφορών που υπολογίζονται κατωτέρω και του ποσού των ακαθάριστων εισπραχθέντων ασφαλίστρων ή εισφορών, ήτοι-
(i) με το άθροισμα των ασφαλίστρων ή των εισφορών, περιλαμβανομένων των παρεπόμενων δικαιωμάτων που κατεβλήθησαν για πρωτασφαλίσεις κατά το τελευταίο οικονομικό έτος.
(ii) με την προσθήκη στο ως άνω σύνολο του ποσού των αντασφαλίστρων τα οποία έγιναν δεκτά κατά το τελευταίο οικονομικό έτος.
(iii) με την αφαίρεση από το ως άνω άθροισμα, του συνολικού ποσού των ασφαλίστρων και εισφορών που ακυρώθηκαν κατά το τελευταίο οικονομικό έτος, όπως επίσης και του συνολικού ποσού των φόρων και τελών τα οποία αναλογούν στα ασφάλιστρα και στις εισφορές που περιέχονται στο ως άνω άθροισμα.
(iv) με τη διαίρεση του κατά τον ως άνω τρόπο υπολογιζόμενου ποσού σε δύο μέρη, από τα οποία το πρώτο δύναται να ανέρχεται σε ποσό μέχρι πενήντα εκατομμύρια ευρώ (€50.000.000), ενώ το δεύτερο περιλαμβάνει το επιπλέον ποσό:
Νοείται ότι, το ποσοστό του 18% του πρώτου μέρους και το ποσοστό 16% του δεύτερου, αθροίζονται.
(v) με τον πολλαπλασιασμό του κατά τον ως άνω τρόπο υπολογιζόμενου ποσού επί το πηλίκον το οποίο προκύπτει από την κατά τα τελευταία τρία (3) οικονομικά έτη υφιστάμενη σχέση μεταξύ του ποσού των εις βάρος του Ταμείου παραμενουσών απαιτήσεων μετά από αφαίρεση των ανακτήσιμων ποσών στο πλαίσιο της αντασφάλισης και του ακαθάριστου ποσού των απαιτήσεων:
Νοείται ότι, ο λόγος αυτός σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερος του 50%.
(δ) Η βάση των απαιτήσεων υπολογίζεται ως ακολούθως:
(i) Με το άθροισμα των ποσών των απαιτήσεων χωρίς αφαίρεση των εις βάρος των εκδοχέων ή αντεκδοχέων απαιτήσεων που καταβάλλονται για τις πρωτασφαλίσεις κατά τις περιόδους που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (α).
(ii) με την προσθήκη στο ως άνω άθροισμα του ποσού των απαιτήσεων που έχει καταβληθεί λόγω αποδοχής αντασφαλίσεων ή αντεκχωρήσεων κατά τη διάρκεια των ίδιων αυτών περιόδων και του ποσού των προβλέψεων για εκκρεμούσες απαιτήσεις που πραγματοποιούνται στο τέλος του τελευταίου οικονομικού έτους τόσο για τις πρωτασφαλίσεις όσο και για τις αποδοχές αντασφαλίσεων.
(iii)με την αφαίρεση από το ως άνω άθροισμα, του ποσού των εισπράξεων που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια των περιόδων που καθορίζονται στην υποπαράγραφο (α).
(iv)με την αφαίρεση από το εναπομείναν ποσό, του ποσού των προβλέψεων για εκκρεμούσες απαιτήσεις που πραγματοποιούνται κατά την έναρξη του δεύτερου οικονομικού έτους το οποίο προηγείται του τελευταίου οικονομικού έτους το οποίο έκλεισε τόσο για τις πρωτασφαλίσεις όσο και τις αναληφθείσες αντασφαλίσεις.
(v)με τη διαίρεση του ενός τρίτου (1/3) των ποσών που προκύπτουν από τον ως άνω υπολογισμό σε δύο μέρη, από τα οποία το πρώτο μπορεί να ανέρχεται σε ποσό μέχρι τριάντα πέντε εκατομμύρια ευρώ (€35.000.000), ενώ το δεύτερο περιλαμβάνει το επιπλέον ποσό:
Νοείται ότι, το ποσοστό 26% του πρώτου μέρους και το ποσοστό 23% του δεύτερου αθροίζονται.
(vi)με τον πολλαπλασιασμό του κατά τον ως άνω τρόπο υπολογιζόμενου ποσού επί το πηλίκον το οποίο προκύπτει από την κατά τα τελευταία τρία (3) οικονομικά έτη υφιστάμενη σχέση μεταξύ του ποσού των εις βάρος του Ταμείου παραμενουσών απαιτήσεων, μετά από αφαίρεση των ανακτήσιμων ποσών στο πλαίσιο της αντασφάλισης και του ακαθάριστου ποσού των απαιτήσεων:
Νοείται ότι, ο λόγος αυτός σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερος του 50%.
(ε) Εάν το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας, όπως αυτό υπολογίζεται σύμφωνα με τις υποπαραγράφους (β) έως (δ), είναι κατώτερο του απαιτούμενου περιθωρίου φερεγγυότητας του προηγούμενου έτους, ως απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας λαμβάνεται τουλάχιστον το ίσο προς το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας του προηγούμενου έτους πολλαπλασιαζόμενο επί τον αριθμητικό λόγο του ποσού των τεχνικών προβλέψεων για τις αποζημιώσεις οι οποίες εκκρεμούσαν κατά τη λήξη του τελευταίου οικονομικού έτους, προς το ποσό των τεχνικών προβλέψεων για τις αποζημιώσεις οι οποίες εκκρεμούσαν κατά την έναρξη του τελευταίου οικονομικού έτους:
Νοείται ότι, στους υπολογισμούς αυτούς οι τεχνικές προβλέψεις υπολογίζονται χωρίς τις τυχόν αντασφαλίσεις, αλλά ο αριθμητικός λόγος σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος του 1%.
4. Για τις εργασίες κεφαλαιοποιήσεως για τις οποίες γίνεται πρόβλεψη στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (β) του εδαφίου (5), του άρθρου 4 του περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου, το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας είναι ίσο προς το 4% των μαθηματικών αποθεμάτων που υπολογίζονται, σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α) της παραγράφου 2.
5. Για τις εργασίες για τις οποίες γίνεται πρόβλεψη στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (β) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 του περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου, το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας είναι ίσο προς το 1% των στοιχείων ενεργητικού τους.
6. Για τις εργασίες για τις οποίες γίνεται πρόβλεψη στις υποπαραγράφους (i) και (ii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 του περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου, σε συνάρτηση με επενδυτικά κεφάλαια, για τις πράξεις στις οποίες αναφέρονται οι υποπαράγραφοι (iii), (iv) και (v) της παραγράφου (β) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 του περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου, το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας είναι ίσο με το άθροισμα των ακολούθων:
(α) Εφόσον το Ταμείο αναλαμβάνει τον επενδυτικό κίνδυνο, ποσοστό 4% των τεχνικών αποθεματικών, υπολογιζόμενο βάσει της υποπαραγράφου (α) της παραγράφου 2∙
(β)  εφόσον το Ταμείο δεν αναλαμβάνει τον επενδυτικό κίνδυνο, αλλά το ποσό το οποίο προορίζεται να καλύψει τα έξοδα διαχείρισης καθορίζεται για περίοδο μεγαλύτερη των πέντε (5) ετών, ποσοστό 1% των τεχνικών αποθεματικών υπολογιζόμενο βάσει της υποπαραγράφου (α) της παραγράφου 2∙
(γ) εφόσον το Ταμείο δεν αναλαμβάνει τον επενδυτικό κίνδυνο, αλλά το ποσό το οποίο προορίζεται να καλύψει τα έξοδα διαχείρισης δεν καθορίζεται για περίοδο μεγαλύτερη των πέντε (5) ετών, ποσό ισοδύναμο προς το 25% των καθαρών διοικητικών εξόδων κατά το τελευταίο οικονομικό έτος τα οποία αφορούν στις εργασίες αυτές∙
(δ) εφόσον η επιχείρηση ασφάλισης ζωής καλύπτει τον κίνδυνο θανάτου, ποσοστό 0,3% των κεφαλαίων κινδύνου υπολογιζόμενο βάσει της υποπαραγράφου (β) της παραγράφου 2.