Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν προκύπτει διαφορετικά από το κείμενο -

«άδεια» σημαίνει την έγκριση, διαπίστευση, καταχώριση, ορισμό ή αδειοδότηση από την αρμόδια αρχή·

«αρμόδια αρχή» σημαίνει τον Υπουργό Υγείας ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή ομάδα προσώπων εξουσιοδοτεί ο Υπουργός Υγείας∙

«αποβολή» σημαίνει την τελική κατάληξη ενός οργάνου, όταν δεν χρησιμοποιείται για μεταμόσχευση·

«αφαίρεση» σημαίνει τη διαδικασία με την οποία το δωρηθέν όργανο καθίσταται διαθέσιμο για μεταμόσχευση·

«διαφήμιση» σημαίνει οποιαδήποτε γραπτή ή προφορική ένδειξη ή δήλωση με οποιοδήποτε μέσο ή τρόπο με την οποία το κοινό είναι δυνατό να πληροφορηθεί ή να σχηματίσει την εντύπωση ότι οποιοδήποτε ανθρώπινο όργανο πωλείται ή ανταλλάσσεται·

«δότη» σημαίνει κάθε άνθρωπο που προβαίνει στη δωρεά ενός ή περισσότερων οργάνων, είτε η δωρεά αυτή έγινε στη διάρκεια της ζωής του είτε είναι μεταθανάτια·

«δωρεά» σημαίνει τη δωρεά ανθρώπινου οργάνου για μεταμόσχευση·

«ειδικός ιατρός» σημαίνει εγγεγραμμένο ιατρό που έχει αναγνωρισθεί ότι κατέχει συγκεκριμένη ειδικότητα σύμφωνα με το άρθρο 23 του περί Εγγραφής Γιατρών Νόμου·

«Ευρωπαϊκός οργανισμός ανταλλαγής οργάνων» σημαίνει είτε δημόσιο είτε ιδιωτικό οργανισμό μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που ασχολείται με την εντός των κρατών και τη διασυνοριακή ανταλλαγή οργάνων, του οποίου οι χώρες μέλη είναι, στην πλειονότητά τους, κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

«ζών δότης» σημαίνει συγγενή εξ αίματος μέχρι τρίτου βαθμού με το λήπτη ή πρόσωπο που έχει στενή προσωπική σχέση με το λήπτη·

«ικανός προς συγκατάθεση να γίνει δότης εν ζωή» σημαίνει πρόσωπο το οποίο αντιλαμβάνεται και ελεύθερα συγκατατίθεται να γίνει δότης και έχει ενημερωθεί κατάλληλα σχετικά με το σκοπό και τη φύση της επέμβασης, καθώς επίσης και για τις συνέπειες και τους κινδύνους της·

«ιχνηλασιμότητα» σημαίνει την ικανότητα της αρμόδιας αρχής εντοπισμού και ταυτοποίησης του οργάνου σε κάθε στάδιο της διαδικασίας από τη δωρεά έως τη μεταμόσχευση ή την αποβολή του οργάνου·

«λήπτης» σημαίνει το πρόσωπο που λαμβάνει μόσχευμα ενός οργάνου·

«μεταμόσχευση» σημαίνει τη διαδικασία μέσω της οποίας επιχειρείται η αποκατάσταση ορισμένων λειτουργιών του ανθρώπινου σώματος με τη μεταφορά ενός οργάνου από ένα δότη προς ένα λήπτη·

«μεταμοσχευτικό κέντρο» σημαίνει νοσηλευτικό ίδρυμα, ομάδα ή μονάδα νοσοκομείου ή άλλο φορέα, που αναλαμβάνει τη μεταμόσχευση οργάνων και έχει εξουσιοδοτηθεί προς τούτο από την αρμόδια αρχή μετά από σύσταση του Συμβουλίου Μεταμοσχεύσεων·

«νενομισμένος αντιπρόσωπος δυνητικού πτωματικού δότη» σημαίνει ένα από τα πρόσωπα που καθορίζονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 20 και το οποίο στην περίπτωση θανάτου του δυνητικού δότη δίδει τη συναίνεσή του για αφαίρεση οργάνου, όταν ο δυνητικός δότης ενόσω ήταν εν ζωή δεν εξέφρασε την άρνησή του για δωρεά οργάνου·

«οργανισμός αφαίρεσης» σημαίνει ίδρυμα υγειονομικής περίθαλψης, ομάδα ή μονάδα νοσοκομείου, νομικό πρόσωπο ή κάθε άλλο φορέα που αναλαμβάνει ή επιτηρεί ή συντονίζει την αφαίρεση οργάνων και εξουσιοδοτήθηκε προς τούτο από την αρμόδια αρχή μετά από σύσταση του Συμβουλίου Μεταμοσχεύσεων·

«όργανο» σημαίνει το διαφοροποιημένο μέρος του ανθρώπινου σώματος, που σχηματίζεται από διάφορους ιστούς και που διατηρεί τη δομή του, την αγγείωσή του και τη δυνατότητά του να αναπτύσσει φυσιολογικές λειτουργίες με σημαντικό επίπεδο αυτονομίας. Τα μέρη οργάνων θεωρούνται επίσης ότι εμπίπτουν στον παρόντα ορισμό, εφόσον προορίζονται για τον ίδιο σκοπό όπως το πλήρες όργανο στο ανθρώπινο σώμα και πληρούν τις απαιτήσεις δομής και αγγείωσης·

«πτωματικός δότης» σημαίνει δότη που διαγνώσθηκε ως νεκρός σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου·

«σοβαρή ανεπιθύμητη αντίδραση» σημαίνει την απρόβλεπτη απόκριση, συμπεριλαμβανομένης μεταδοτικής νόσου, του ζώντος δότη ή του λήπτη, η οποία σχετίζεται με οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας μεταμόσχευσης από τη δωρεά έως τη μεταμόσχευση και η οποία είναι θανατηφόρα ή απειλητική για τη ζωή ή προκαλεί αναπηρία ή ανικανότητα ή έχει ως αποτέλεσμα ή παρατείνει τη νοσηλεία ή τη νοσηρότητα·

«σοβαρό ανεπιθύμητο συμβάν» σημαίνει κάθε μη αναμενόμενο περιστατικό το οποίο συνδέεται με οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας μεταμόσχευσης από τη δωρεά έως τη μεταμόσχευση, το οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει στη μετάδοση μεταδοτικής νόσου ή να είναι θανατηφόρο ή απειλητικό για τη ζωή ή να προκαλέσει αναπηρία ή ανικανότητα των ασθενών ή έχει ως αποτέλεσμα ή παρατείνει τη νοσηλεία ή τη νοσηρότητα·

«στενή προσωπική σχέση» σημαίνει τη σχέση που διαπιστώνεται από το Συμβούλιο Μεταμοσχεύσεων ότι υπάρχει μεταξύ δότη και λήπτη η οποία δικαιολογεί την ανιδιοτελή προσφορά του δότη προς το λήπτη·

«συγγενικός δεσμός» σημαίνει το δεσμό εξ’ αίματος μέχρι τρίτου βαθμού·

«Συμβούλιο Μεταμοσχεύσεων» σημαίνει το συμβούλιο που ιδρύεται δυνάμει του άρθρου 26·

«συντήρηση» σημαίνει τη χρήση χημικών παραγόντων, μεταβολών των περιβαλλοντικών συνθηκών ή άλλων μέσων κατά την επεξεργασία για να προληφθεί ή να επιβραδυνθεί η βιολογική ή φυσική υποβάθμιση των ανθρώπινων οργάνων από την αφαίρεση έως τη μεταμόσχευση·

«συντονιστής μεταμοσχεύσεων» σημαίνει το ειδικώς εκπαιδευμένο πρόσωπο το οποίο διορίζεται από τον Υπουργό Υγείας·

«τυποποιημένες διαδικασίες» σημαίνει τις γραπτές οδηγίες που περιγράφουν τα στάδια μιας συγκεκριμένης διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων των υλικών και των μεθόδων που πρέπει να χρησιμοποιούνται, καθώς και του αναμενόμενου τελικού αποτελέσματος·

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Υγείας·

«χαρακτηρισμός δότη» σημαίνει τη συλλογή των κατάλληλων στοιχείων σχετικά με τα χαρακτηριστικά του δότη, τα οποία είναι αναγκαία για την αξιολόγηση της καταλληλότητας του δότη για τη δωρεά οργάνου, ώστε να γίνεται η κατάλληλη εκτίμηση επικινδυνότητας και να ελαχιστοποιούνται οι κίνδυνοι για το λήπτη, καθώς και για να βελτιστοποιείται η κατανομή οργάνων·

«χαρακτηρισμός οργάνου» σημαίνει τη συλλογή των κατάλληλων στοιχείων σχετικά με τα χαρακτηριστικά του οργάνου, τα οποία είναι αναγκαία για την αξιολόγηση της καταλληλότητάς του, ώστε να γίνεται η κατάλληλη εκτίμηση επικινδυνότητας και να ελαχιστοποιούνται οι κίνδυνοι για τον λήπτη, καθώς και για να βελτιστοποιείται η κατανομή οργάνων.