Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«άδεια» σημαίνει άδεια που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5 ή του άρθρου 7∙

«αρμόδια αρχή» σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και περιλαμβάνει οποιοδήποτε λειτουργό του Τμήματος, ο οποίος εξουσιοδοτείται προς τούτο από το Διευθυντή∙

«γραφείο» σημαίνει ιδιωτικό γραφείο εξεύρεσης εργασίας∙

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία∙

«δημόσιος υπάλληλος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«εταιρεία» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Εταιρειών Νόμο και περιλαμβάνει και εταιρεία που συστάθηκε εκτός της Δημοκρατίας κατά το δίκαιο που ισχύει στον τόπο σύστασής της∙

«επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο δυνάμει νόμου συνάπτει συμβάσεις εργασίας ή σχέσεις εξαρτημένης εργασίας με προσωρινά απασχολουμένους, με σκοπό να τους τοποθετεί σε έμμεσους εργοδότες για να εργασθούν προσωρινά υπό την επίβλεψη και διεύθυνσή τους·

«ιδιωτικό γραφείο εξεύρεσης εργασίας» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει ως αντικείμενο δραστηριότητας τη μεσολάβηση για την εξεύρεση για λογαριασμό εργοδότη προσώπων διαθέσιμων για εργασία είτε με σκοπό την άμεση ή έμμεση αποκόμιση χρηματικού ή άλλου υλικού οφέλους είτε όχι ή εισπράττει για την υπηρεσία αυτή αμοιβή ή προβαίνει σε άλλη συνεισφορά ή οποιαδήποτε άλλη παρόμοια ή διαφορετική χρέωση, καθώς επίσης τη διεκπεραίωση των διαδικασιών που συνδέονται με τη νομιμοποίηση της εισόδου, παραμονής και εργασίας υπηκόων τρίτων χωρών που εισέρχονται για απασχόληση στη Δημοκρατία∙

«καθορισμένο» σημαίνει καθορισμένο δυνάμει Κανονισμών∙

«Κανονισμοί» σημαίνει Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 33∙

«κατά νόμο υπεύθυνος» σημαίνει -

(α) τους Διευθυντές σε περίπτωση εταιρείας∙

(β) τους συνεταίρους σε περίπτωση συναιτερισμού∙

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και περιλαμβάνει τα κράτη που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και την Ελβετία˙

«μέλος της Αστυνομίας» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Αστυνομίας Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«Μητρώο» σημαίνει το δυνάμει του παρόντος Νόμου τηρούμενο Μητρώο Ιδιωτικών Γραφείων Εξεύρεσης Εργασίας∙

«Οδηγία 2006/123/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙

«οργάνωση» περιλαμβάνει και σύνδεσμο οργανώσεων·

«οργάνωση εργοδοτών» σημαίνει οργάνωση που αποτελείται εξ ολοκλήρου ή κυρίως από εργοδότες και που οι κύριοι σκοποί της περιλαμβάνουν τη ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων ή οργανώσεων εργαζομένων και είναι μέλος του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος·

«οργάνωση εργαζομένων» σημαίνει οργάνωση που αποτελείται εξ ολοκλήρου ή κυρίως από εργαζομένους και της οποίας οι κύριοι σκοποί περιλαμβάνουν τη ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών ή οργανώσεων εργοδοτών και είναι μέλος του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος·

«παράρτημα» σημαίνει τη χωρίς νομική προσωπικότητα μονάδα διεξαγωγής εργασιών του ιδιωτικού γραφείου εξεύρεσης εργασίας∙

«Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο» σημαίνει τη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφτηκε στο Οπόρτο τη 2α Μαΐου 1992, όπως αυτή προσαρμόστηκε με το Πρωτόκολλο που υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες στις 17 Μαΐου 1993 και όπως η Συμφωνία αυτή περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται∙

«συνεταιρισμός» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Ομορρύθμων και Ετερορρύθμων Εταιρειών και Εμπορικών Επωνυμιών Νόμο∙

«Τμήμα Εργασίας» σημαίνει το Τμήμα Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και περιλαμβάνει τα κατά τόπους Επαρχιακά Γραφεία Εργασίας∙

«υπεύθυνος λειτουργίας» σημαίνει το φυσικό πρόσωπο που διευθύνει τη λειτουργία ενός ιδιωτικού γραφείου εξεύρεσης εργασίας ή παραρτήματός του και το οποίο ορίζεται γραπτώς από το γραφείο επ’ ονόματι του οποίου εκδόθηκε άδεια∙

«υπήκοος τρίτης χώρας» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμο∙

«Υπουργείο» σημαίνει το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων∙

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.