Μέτρα στήριξης

4. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου, το Υπουργικό Συμβούλιο, ανεξαρτήτως των διατάξεων των περί της Διαχείρισης των Εσόδων και Δαπανών και του Λογιστικού της Δημοκρατίας Νόμων του 2002 και 2004, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, κατόπιν εισήγησης της Κεντρικής Τράπεζας και νοουμένου ότι υπάρχει πρόνοια στον προϋπολογισμό για τις αναγκαίες πιστώσεις -

(α) δύναται να προχωρεί -

(i) στη χορήγηση κυβερνητικών δανείων σε χρηματοοικονομικούς οργανισμούς·

(ii) στην παροχή κυβερνητικών εγγυήσεων για δανεισμό που θα λαμβάνουν χρηματοοικονομικοί οργανισμοί ή/και στην παροχή κυβερνητικών εγγυήσεων για την έκδοση ομολόγων από χρηματοοικονομικούς οργανισμούς, έναντι κατάλληλου τιμήματος·

(iii) στην εξ ολοκλήρου αναδοχή των δικαιωμάτων προτίμησης της έκδοσης κεφαλαίου ή στην παροχή κεφαλαίου, έναντι της απόκτησης ισότιμης συμμετοχής της Δημοκρατίας στην ιδιοκτησιακή δομή χρηματοοικονομικών οργανισμών:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που το Υπουργικό Συμβούλιο επιλέξει μεταξύ άλλων επιλογών που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, ως μέθοδο στήριξης επηρεαζόμενου χρηματοοικονομικού οργανισμού, την εξολοκλήρου αναδοχή των δικαιωμάτων προτίμησης της έκδοσης κεφαλαίου ή την παροχή κεφαλαίου, έναντι απόκτησης συμμετοχής στην ιδιοκτησιακή δομή αυτού, δύναται αναλόγως της περίπτωσης, να προχωρεί πρώτα στην παροχή κεφαλαίου και ακολούθως να προβαίνει στον καθορισμό της τιμής της μετοχής αυτού, σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10 και στη διάθεση μετοχών του επωφελούμενου χρηματοοικονομικού οργανισμού στην καθορισθείσα τιμή ή και σε οποιαδήποτε άλλη τιμή το Υπουργικό Συμβούλιο μετά από εισήγηση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ήθελε καθορίσει, κατά την απόλυτη κρίση του, κατά προτεραιότητα:

(α) στους υφιστάμενους μετόχους,

(β) σε χρηματοοικονομικό οργανισμό,

(γ) στο κοινό με δημόσια προσφορά, και

(δ) σε περιορισμένο κύκλο προσώπων με ιδιωτική προσφορά:

Νοείται περαιτέρω ότι, οι πρόνοιες των υποπαραγράφων (α), (γ) και (δ) ανωτέρω εφαρμόζονται τηρουμένων των προνοιών των άρθρων 8 και 12Α των περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμων του 1985 έως (Αρ. 3) του 2012, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίσταται,

(iv) στην εξαγορά μέρους ή ολόκληρου του εκδομένου μετοχικού κεφαλαίου και ή άλλων πρωτοβάθμιων και ή δευτεροβάθμιων κεφαλαίων, εξαιρουμένων των υβριδικών κεφαλαίων, χρηματοοικονομικού οργανισμού από:

(α) τη Δημοκρατία·

(β) δημόσια αρχή ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή αρχή χώρας άλλης από τη Δημοκρατία·

(γ) διεθνή ή υπερεθνικό οργανισμό·

(δ) το Ταμείο Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων.

(β) δύναται να χορηγεί κυβερνητικά δάνεια ή εγγυήσεις έναντι κατάλληλου τιμήματος ή και να καταβάλλει χορηγία στα Ταμεία για να τα υποβοηθήσει στην εκπλήρωση της αποστολής τους, νοουμένου ότι οι διαχειριστικές επιτροπές των Ταμείων έχουν εξαντλήσει κάθε δυνατότητα άντλησης έκτακτων ή συμπληρωματικών πόρων είτε από τα καλυπτόμενα ή επηρεαζόμενα ιδρύματα είτε από δανεισμό, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον περί Σύστασης  και Λειτουργίας Σχεδίου Προστασίας Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(γ) [Διαγράφηκε.]

(2) Η Κεντρική Τράπεζα για τη διαμόρφωση της κατά το εδάφιο (1) εισήγησής της, υποβάλλει έκθεση προς το Υπουργικό Συμβούλιο που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

(α) Τα εποπτικά μέτρα που έχουν ληφθεί από την αρμόδια εποπτική αρχή,

(β) την αποτελεσματικότητα της προτεινόμενης στήριξης του χρηματοοικονομικού οργανισμού με το λιγότερο δυνατό κόστος για το φορολογούμενο,

(γ) κατά πόσο ο χρηματοοικονομικός οργανισμός, κατά την κρίση της Κεντρικής Τράπεζας δεν κατέστη δυνατόν να αντλήσει ικανοποιητικούς πόρους από τους υφιστάμενους μετόχους του ή από την αγορά ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο,

(δ) την αξιολόγηση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του αιτούντος χρηματοοικονομικού οργανισμού, δεδομένης της λήψης μέτρων στήριξης δυνάμει του παρόντος Νόμου,

(ε) τρέχοντα στοιχεία που ικανοποιούν τις πρόνοιες του άρθρου 3:

Νοείται ότι, κατά τη διαμόρφωση της εισήγησής της, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να λαμβάνει υπόψη τις απόψεις του επηρεαζόμενου χρηματοοικονομικού οργανισμού.