Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«αποκοπές» σημαίνει αποκοπές από το μισθό του κάθε υπαλλήλου δυνάμει του παρόντος Νόμου∙

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

«ευρύτερος δημόσιος τομέας» σημαίνει κάθε ανεξάρτητη υπηρεσία ή αρχή ή γραφείο ανεξάρτητου αξιωματούχου, κάθε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή οργανισμό δημοσίου δικαίου, περιλαμβανομένων των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης ή οποιοδήποτε άλλο οργανισμό δημοσίου δικαίου χωρίς νομική προσωπικότητα που ιδρύεται με νόμο προς το δημόσιο συμφέρον και τα κεφάλαια του οποίου είτε παρέχονται είτε είναι εγγυημένα από τη Δημοκρατία·

«θέση» σημαίνει μόνιμη θέση στην κρατική υπηρεσία ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα·

«κρατική υπηρεσία» σημαίνει υπηρεσία που υπάγεται στη Δημοκρατία και περιλαμβάνει υπηρεσία σε θέση στη Δημόσια Υπηρεσία, στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία, στις Ένοπλες Δυνάμεις της Δημοκρατίας, στις Δυνάμεις Ασφαλείας της Δημοκρατίας, σε οποιαδήποτε θέση Δικαστού σε οποιοδήποτε Δικαστήριο της Δημοκρατίας, στη θέση του Γενικού και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, του Γενικού και Βοηθού Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας, του Γενικού και Βοηθού Γενικού Λογιστή της Δημοκρατίας, καθώς επίσης υπηρεσία σε οποιαδήποτε θέση στην κρατική υπηρεσία αναφορικά με την οποία γίνεται ειδική πρόνοια με νόμο·

«κυβερνητικό σχέδιο συντάξεων» σημαίνει σχέδιο συντάξεων η λειτουργία του οποίου διέπεται από τις διατάξεις των περί Συντάξεων Νόμων του 1997 έως 2010, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται·

«νεοεισερχόμενος υπάλληλος» σημαίνει υπάλληλο που διορίζεται για πρώτη φορά σε θέση κατά ή μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου και δεν είχε υπηρετήσει σε οποιαδήποτε θέση πριν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του εν λόγω νόμου·

«οικείος νόμος ή Κανονισμοί» σημαίνει τους περί Συντάξεων Νόμους του 1997 έως 2010, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, ή οποιοδήποτε νόμο ή Κανονισμούς που καθορίζουν τους κανόνες υπολογισμού και καταβολής των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων των υπαλλήλων της κρατικής υπηρεσίας ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, αλλά δεν περιλαμβάνει τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο του 2010, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«περιοδικές εισφορές» σημαίνει περιοδικές εισφορές υπαλλήλου που καταβάλλονται με βάση τον οικείο νόμο ή κανονισμούς·

«σχέδιο συντάξεων όμοιο με το κυβερνητικό» σημαίνει σχέδιο συντάξεων, το οποίο λειτουργεί αναφορικά με τους υπαλλήλους του ευρύτερου δημόσιου τομέα, οι πρόνοιες του οποίου είναι όμοιες με τις πρόνοιες του κυβερνητικού σχεδίου συντάξεων·

«συντάξιμες απολαβές» σημαίνει τις συντάξιμες απολαβές όπως αυτές καθορίζονται στον οικείο νόμο ή Κανονισμούς∙

«υπάλληλος» σημαίνει πρόσωπο που διορίσθηκε σε θέση πριν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου·

«συνταξιοδοτικά ωφελήματα» σημαίνει σύνταξη ή σύνταξη και εφάπαξ ποσό ή φιλοδώρημα·