Δικαιοδοσία Επιτρόπου

14Η.-(1) Ο Επίτροπος επιλαμβάνεται καταγγελίας σε σχέση με την οποία πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Η καταγγελία υποβάλλεται από καταναλωτή∙

(β) ο πιστωτής ή/και μεσίτης πιστώσεων εναντίον του οποίου υποβάλλεται η καταγγελία, λειτουργούσε κατά το χρόνο στον οποίο αναφέρεται η καταγγελία βάσει νομίμως χορηγηθείσας άδειας λειτουργίας η οποία εκδόθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου ή  λειτουργούσε δυνάμει καθεστώτος ελεύθερης εγκατάστασης:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που πιστωτής ή/και μεσίτης πιστώσεων εναντίον του οποίου υποβάλλεται η καταγγελία, λειτουργεί στη Δημοκρατία δυνάμει καθεστώτος ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, ο Επίτροπος δεν εξετάζει το υποβληθέν παράπονο, αλλά διαβιβάζει αυτό στο όργανο του κράτους μέλους που είναι αρμόδιο για τον εξώδικο διακανονισμό της σχετικής διαφοράς και ενημερώνει τον καταναλωτή για την ενέργεια αυτή:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που στο εν λόγω κράτος δεν έχει συσταθεί αρμόδιο όργανο υπεύθυνο για τον εξώδικο διακανονισμό διαφοράς που προκύπτει σύμφωνα με την καταγγελία, ο Επίτροπος επιλαμβάνεται της εν λόγω καταγγελίας.

(2) Ο καταναλωτής, με την υποβολή καταγγελίας, δύναται να καταγγείλει περισσότερους του ενός πιστωτές ή/και μεσίτες πιστώσεων, υπό την προϋπόθεση ότι η καταγγελία εναντίον του κάθε πιστωτή ή/και μεσίτη πιστώσεων συνδέεται άμεσα με το αντικείμενο της διαφοράς.

(3) Ο Επίτροπος δεν επιλαμβάνεται καταγγελίας-

(α) για την οποία, κατά την ημέρα υποβολής της, είχε ήδη εκδοθεί απόφαση για ζητήματα της υποκείμενης της καταγγελίας διαφοράς που επηρεάζουν την επί της ουσίας εξέταση της καταγγελίας, από δικαστήριο της Δημοκρατίας ή ευρίσκεται σε εξέλιξη δικαστική διαδικασία για την εξέταση της ίδιας καταγγελίας ή ζητημάτων της υποκείμενης της καταγγελίας διαφοράς που επηρεάζουν την επί της ουσίας εξέταση της καταγγελίας:

Νοείται ότι, ο Επίτροπος δύναται να επιλαμβάνεται καταγγελίας η οποία παραπέμπεται σε διαμεσολάβηση από το δικαστήριο κατ’ αναλογία των διατάξεων των εδαφίων (5) έως (10) του άρθρου 9·

(β) για την οποία κατά την κρίση του Επιτρόπου δεν υπάρχει βάση για την υποβολή παραπόνου· ή

(γ) η οποία κατά την ημερομηνία υποβολής της εξετάζεται ή έχει εξεταστεί προηγουμένως από τον Επίτροπο ή από άλλο φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών ή από Δικαστήριο.