Αύξηση παροχών για εξαρτωμένους

62.-(1) Όταν πρόσωπο, το οποίο δικαιούται σύνταξη γήρατος, σύνταξη ανικανότητας ή σύνταξη αναπηρίας-

(α) συζεί με τη σύζυγό του ή τη συντηρεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ή ανέλαβε αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο τη συντήρηση του συζύγου της, ο οποίος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του:

Νοείται ότι σε περίπτωση που η σύζυγος ασκεί ασφαλιστέα απασχόληση δεν λογίζεται εξαρτώμενο πρόσωπο για όσους δικαιούχους ο ουσιώδης χρόνος είναι κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2013.

(β) συντηρεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ανήλικο τέκνο ή ανήλικο νεότερο αδελφό ή ανήλικη νεότερη αδελφή ۠

(γ) ανέλαβε αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο τη συντήρηση του πατέρα του, ο οποίος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή της μητέρας του που είναι χήρα ή άγαμη ή της οποίας ο σύζυγος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή προσώπου το οποίο έχει τη φροντίδα εξαρτώμενου τέκνου του,

τότε το εβδομαδιαίο ύψος της βασικής παροχής αυξάνεται -

(i) εάν πρόκειται για σύνταξη γήρατος ή σύνταξη ανικανότητας, όπως καθορίζεται στο Μέρος IV του Τέταρτου Πίνακα, ή

(ii) εάν πρόκειται για σύνταξη αναπηρίας, όπως καθορίζεται στο Μέρος IV του Πέμπτου Πίνακα.

(2) Όταν γυναίκα, η οποία δικαιούται επίδομα μητρότητας -

(α) συντηρεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ανήλικο τέκνο ως μόνος γονέας ή ο σύζυγός της είναι μόνιμα ανίκανος να το συντηρεί ή δεν συζεί με αυτή ή εκτίει ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός (1) έτους·

(β) συντηρεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ανήλικο νεότερο αδελφό ή ανήλικη νεότερη αδελφή·

(γ) ανέλαβε αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο τη συντήρηση του πατέρα της, ο οποίος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή της μητέρας της που είναι χήρα ή άγαμη ή της οποίας ο σύζυγος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή προσώπου το οποίο έχει τη φροντίδα εξαρτώμενου τέκνου της·

(δ) ανέλαβε αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο τη συντήρηση του συζύγου της, ο οποίος είναι μόνιμα ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του,

τότε το εβδομαδιαίο ύψος της βασικής παροχής αυξάνεται όπως ορίζεται στο Μέρος ΙΙΙ του Τέταρτου Πίνακα.

(3) Όταν πρόσωπο, το οποίο δικαιούται σύνταξη χηρείας με βάση το εδάφιο (1) ή (2) του άρθρου 41 ή επίδομα αγνοουμένου με βάση το εδάφιο (1) του άρθρου 45 ή σύνταξη χηρείας με βάση τα εδάφια (2) και (3) του άρθρου 52 -

(α) συντηρεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ανήλικο τέκνο ή ανήλικο νεότερο αδελφό ή ανήλικη νεότερη αδελφή·

(β) ανέλαβε αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο τη συντήρηση του πατέρα του, ο οποίος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή της μητέρας του που είναι χήρα ή άγαμη ή της οποίας ο σύζυγος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή προσώπου το οποίο έχει τη φροντίδα εξαρτώμενου τέκνου του,

τότε το εβδομαδιαίο ύψος τη βασικής παροχής αυξάνεται -

(i) εάν πρόκειται για σύνταξη χηρείας δυνάμει του άρθρου 41 ή επίδομα αγνοουμένου δυνάμει του άρθρου 45, όπως καθορίζεται στο Μέρος IV του Τέταρτου Πίνακα·

(ii) εάν πρόκειται για σύνταξη χηρείας δυνάμει του άρθρου 52, όπως καθορίζεται στο Μέρος ΙΙ του Πέμπτου Πίνακα.

(4) Όταν πρόσωπο, το οποίο δικαιούται επίδομα ασθενείας, ανεργίας ή σωματικής βλάβης -

(α) συζεί με τη/το σύζυγό του/της ή συντηρεί αυτή/αυτόν αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο·

(β) συντηρεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ανήλικο τέκνο ή ανήλικο νεότερο αδελφό ή ανήλικη νεότερη αδελφή·

(γ) ανέλαβε αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο τη συντήρηση του πατέρα του, ο οποίος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή της μητέρας του που είναι χήρα ή άγαμη ή της οποίας ο σύζυγος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή προσώπου το οποίο έχει τη φροντίδα εξαρτώμενου τέκνου του,

τότε το εβδομαδιαίο ύψος της βασικής παροχής αυξάνεται -

(i) εάν πρόκειται για επίδομα ασθενείας ή επίδομα ανεργίας, όπως ορίζεται στο Μέρος ΙΙ του Τέταρτου Πίνακα, ή

(ii) εάν πρόκειται για επίδομα σωματικής βλάβης, όπως ορίζεται στο Μέρος Ι του Πέμπτου Πίνακα:

Νοείται ότι, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (6) του παρόντος άρθρου, ουδεμία αύξηση καταβάλλεται δυνάμει του παρόντος εδαφίου αναφορικά με σύζυγο, του/της οποίου/ας το ποσό των αποδοχών από την απασχόλησή ή το ποσό οποιασδήποτε παροχής που δικαιούται κατά την ίδια περίοδο για την οποία καταβάλλεται το επίδομα, είναι ίσο ή μεγαλύτερο από το ποσό της αύξησης της παροχής, που αναφέρεται στις υποπαραγράφους (i) και (ii).

(5) Σε περίπτωση, κατά την οποία καταβάλλεται ταυτόχρονα παροχή και στους δύο συζύγους, η αύξηση που καταβάλλεται για τους εξαρτωμένους δυνάμει του παρόντος άρθρου καταβάλλεται μόνο στο/στη σύζυγο που δικαιούται αύξηση της παροχής στο μεγαλύτερο ύψος.

(6) Ουδεμία αύξηση παροχής καταβάλλεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο δυνάμει του παρόντος άρθρου, αναφορικά με οποιοδήποτε εξαρτώμενο που δικαιούται σύνταξη χηρείας, σύνταξη γήρατος, σύνταξη ανικανότητας, επίδομα αγνοουμένου, επίδομα ορφανίας, σύνταξη αναπηρίας ή σύνταξη γονέα.

(7) Η αύξηση, η οποία καταβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, αναφορικά με σύζυγο που συζούσε με το δικαιούχο κατά ή μετά το χρόνο χορήγησης σύνταξης ή που συντηρούνταν από το δικαιούχο κατά ή μετά τον εν λόγω χρόνο, δύναται να καταβάλλεται στο σύζυγο ή στη σύζυγο, ανάλογα με την περίπτωση, εφόσον έπαυσε να συζεί με το δικαιούχο και ο Διευθυντής κρίνει τούτο εύλογο, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις κάθε περίπτωσης.

(8) Η αύξηση, η οποία καταβάλλεται για εξαρτώμενο δυνάμει του παρόντος άρθρου σε πρόσωπο το οποίο δικαιούται σύνταξη γήρατος, ανικανότητας, χηρείας, αναπηρίας ή επίδομα αγνοουμένου, παύει να καταβάλλεται στο δικαιούχο από την ημερομηνία από την οποία καταβάλλεται κοινωνική σύνταξη στον εξαρτώμενο.