Συμβάσεις πίστωσης που έχουν τη μορφή δυνατότητας υπερανάληψης και ειδικές συμβάσεις πίστωσης

6.-(1) Ο πιστωτικός φορέας και, κατά περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων παρέχει στον καταναλωτή εγκαίρως, πριν δεσμευθεί ο καταναλωτής από οποιαδήποτε σύμβαση πίστωσης ή από οποιαδήποτε προσφορά σχετική με σύμβαση πίστωσης όπως καθορίζεται στα εδάφια (2), (4), (5) ή (6) του άρθρου 3, βάσει των πιστωτικών όρων και προϋποθέσεων που προσφέρει ο πιστωτικός φορέας και, ενδεχομένως, των προτιμήσεων που έχει εκφράσει και των πληροφοριών που έχει παράσχει ο καταναλωτής, τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τη σύγκριση διάφορων προσφορών και τη λήψη τεκμηριωμένης απόφασης σχετικά με τη σύναψη σύμβασης πίστωσης.

(2) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) προσδιορίζουν:

(α) τον τύπο της πίστωσης·

(β) τα στοιχεία ταυτότητας και τη γεωγραφική διεύθυνση του πιστωτικού φορέα καθώς και, κατά περίπτωση, τα στοιχεία ταυτότητας και τη γεωγραφική διεύθυνση του διαμεσολαβούντος μεσίτη πιστώσεων·

(γ) το συνολικό ποσό της πίστωσης·

(δ) τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης·

(ε) το χρεωστικό επιτόκιο, τους όρους που διέπουν την εφαρμογή του χρεωστικού επιτοκίου και κάθε δείκτη ή επιτόκιο αναφοράς που εφαρμόζεται στο αρχικό χρεωστικό επιτόκιο· τις χρεώσεις που εφαρμόζονται από το χρόνο της σύναψης της σύμβασης πίστωσης και, κατά περίπτωση, τους όρους υπό τους οποίους μπορούν να μεταβάλλονται οι χρεώσεις αυτές·

(στ) το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο, μέσω αντιπροσωπευτικών παραδειγμάτων που αναφέρουν όλα τα τεκμήρια που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του εν λόγω επιτοκίου·

(ζ) τους όρους και τη διαδικασία καταγγελίας της σύμβασης πίστωσης·

(η) στην περίπτωση σύμβασης πίστωσης που καθορίζεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 3, κατά περίπτωση, ότι ο καταναλωτής μπορεί να κληθεί να εξοφλήσει πλήρως το ποσό της πίστωσης ανά πάσα στιγμή·

(θ) το εφαρμοζόμενο επιτόκιο υπερημερίας, τις ρυθμίσεις για την προσαρμογή του και, κατά περίπτωση, τα έξοδα για αθέτηση καταβολής·

(ι) το δικαίωμα που έχει ο καταναλωτής, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 9, να λαμβάνει άμεση και δωρεάν ενημέρωση για το αποτέλεσμα έρευνας που διεξάγεται σε βάση δεδομένων για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητάς του·

(ια) στην περίπτωση σύμβασης πίστωσης που καθορίζεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 3, τα έξοδα που ισχύουν από το χρόνο σύναψης τέτοιων συμβάσεων πίστωσης καθώς και, κατά περίπτωση, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα έξοδα αυτά μπορεί να τροποποιηθούν·

(ιβ) κατά περίπτωση, το χρονικό διάστημα για το οποίο ο πιστωτικός φορέας δεσμεύεται από τις πληροφορίες τις οποίες παρέχει πριν από τη σύναψη της σύμβασης.

(3) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (2) παρέχονται εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου και είναι όλες εξίσου ευδιάκριτες.

(4) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (2) δύναται να παρέχονται και μέσω των ευρωπαϊκών πληροφοριών καταναλωτικής πίστης.

(5) Ο πιστωτικός φορέας τεκμαίρεται ότι εκπληρώνει την υποχρέωση παροχής πληροφοριών κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου και στα άρθρα 4 και 5 του περί Εξ’ Αποστάσεως Εμπορίας Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών Νόμου εφόσον παρέχει στον καταναλωτή τις ευρωπαϊκές πληροφορίες καταναλωτικής πίστης.

(6) (α) Στην περίπτωση σύμβασης πίστωσης που καθορίζεται στα εδάφια (4) και (5) του άρθρου 3 οι πληροφορίες που παρέχονται στον καταναλωτή δυνάμει του εδαφίου (1) προσδιορίζουν, επιπρόσθετα από τα στοιχεία που καθορίζονται στο εδάφιο (2), τα ακόλουθα:

(i) Το ποσό, τον αριθμό και την περιοδικότητα των καταβολών που πρέπει να πραγματοποιηθούν από αυτόν και, κατά περίπτωση, τη σειρά με την οποία κατανέμονται οι δόσεις σε διάφορα τρέχοντα υπόλοιπα στα οποία εφαρμόζονται διαφορετικά χρεωστικά επιτόκια για τους σκοπούς της εξόφλησης· και

(ii) το δικαίωμα πρόωρης εξόφλησης και, κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με το δικαίωμα αποζημίωσης του πιστωτικού φορέα και τον τρόπο καθορισμού της αποζημίωσης αυτής.

(β) Στην περίπτωση σύμβασης πίστωσης που καθορίζεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 3 εφαρμόζονται μόνο οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) του παρόντος άρθρου.

(7) Στην περίπτωση επικοινωνιών φωνητικής τηλεφωνίας εφόσον ο καταναλωτής έχει ζητήσει να είναι αμέσως διαθέσιμη η δυνατότητα υπερανάληψης, η περιγραφή των βασικών χαρακτηριστικών της χρηματοοικονομικής υπηρεσίας περιλαμβάνει:

(α) τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους (γ), (ε), (στ) και (η) του εδαφίου (2), και

(β) αναφορικά με συμβάσεις πίστωσης που καθορίζονται στο εδάφιο (6), εκτός από τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (α), τον προσδιορισμό της διάρκειας της σύμβασης πίστωσης.

(8) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 3, στην περίπτωση σύμβασης πίστωσης που χορηγείται υπό μορφή διευκόλυνσης υπερανάληψης και η οποία πρέπει να εξοφλείται σε διάστημα ενός (1) μηνός, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (7).

(9) Ο καταναλωτής λαμβάνει, κατόπιν υποβολής αιτήματος, δωρεάν αντίγραφο του σχεδίου σύμβασης πίστωσης που περιλαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 10:

Νοείται ότι, εάν, κατά την υποβολή του αιτήματος, ο πιστωτικός φορέας δεν επιθυμεί να προβεί στη σύναψη σύμβασης πίστωσης με τον καταναλωτή, δεν παρέχεται σ’ αυτόν δωρεάν αντίγραφο του σχεδίου σύμβασης πίστωσης.

(10) Εάν η σύμβαση έχει συναφθεί κατόπιν αιτήματος του καταναλωτή με χρήση μέσου επικοινωνίας εξ αποστάσεως που δεν επιτρέπει την παροχή στον καταναλωτή των πληροφοριών που αναφέρονται στα εδάφια (2), (3), (4), (5), (6) και (7) ο πιστωτικός φορέας, αμέσως μετά τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης, εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του δυνάμει των εδαφίων (2) έως (6) παρέχοντας τις σχετικές με τη σύμβαση πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 10.