Συνεργασία της Επιτροπής με αρμόδιες εποπτικές αρχές και οργανισμούς της αλλοδαπής

29.-(1) Η Επιτροπή, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, δύναται να συνεργάζεται με αρμόδιες εποπτικές αρχές και άλλους οργανισμούς της αλλοδαπής, να ανταλλάσσει τις αναγκαίες πληροφορίες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, καθώς και των πιο πάνω αρχών και οργανισμών και να προβαίνει στην εκ μέρους των οργανισμών αυτών και για λογαριασμό τους, συλλογή πληροφοριών και διεξαγωγή ερευνών.

(2) Η Επιτροπή δύναται να συνάπτει με αρμόδιες εποπτικές αρχές της αλλοδαπής ή με άλλους οργανισμούς, πρωτόκολλα συνεργασίας που να προβλέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών, την εκ μέρους τους και για λογαριασμό τους συλλογή πληροφοριών και διεξαγωγή ερευνών, μόνο εφόσον οι κοινοποιούμενες πληροφορίες καλύπτονται στο κράτος που εδρεύουν οι εν λόγω αρχές και οργανισμοί από εγγυήσεις τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου, τουλάχιστον ισοδύναμες με τις προβλεπόμενες στον παρόντα Νόμο.

(3) Οι ανταλλασσόμενες κατά τις διατάξεις του παρόντος Άρθρου πληροφορίες είναι εμπιστευτικές και η κοινοποίησή τους απαγορεύεται, εκτός εάν η αρμόδια εποπτική αρχή ή ο οργανισμός που τις ανακοίνωσε, ρητά συγκατατίθεται και η κοινοποίηση γίνεται μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους η εν λόγω αρχή ή ο οργανισμός έδωσαν τη συγκατάθεσή τους.

(4) Η ανακοίνωση από την Επιτροπή πληροφοριών εμπιστευτικής φύσης σε αρμόδιες εποπτικές αρχές της αλλοδαπής ή σε οργανισμούς δυνάμει του παρόντος άρθρου, δε συνιστά παραβίαση της υποχρέωσης προς εχεμύθεια και προς τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου που προβλέπεται στο άρθρο 30.

(5) Η Επιτροπή δύναται να συλλέγει πληροφορίες, να διενεργεί έρευνες και γενικά να παρέχει οποιαδήποτε βοήθεια και να ασκεί τις εξουσίες που της παρέχουν οι διατάξεις του παρόντος Νόμου και της κειμένης νομοθεσίας, μετά από αίτημα της αρμόδιας εποπτικής αρχής του εξωτερικού ή άλλου οργανισμού.

(6) Η Επιτροπή δύναται να διερευνά ενδεχόμενη παράβαση οποιουδήποτε νόμου της αλλοδαπής εκ μέρους αρμόδιας εποπτικής αρχής της αλλοδαπής ή άλλου οργανισμού, έστω και αν η υπό διερεύνηση παράβαση δεν συνιστά παράβαση του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας.

(7) Η Επιτροπή δύναται να αρνείται να απαντήσει σε αίτημα παροχής πληροφοριών αρμόδιας εποπτικής αρχής ή οργανισμού της αλλοδαπής ή να αρνείται να διενεργεί έρευνα που ζητείται από άλλη αρμόδια εποπτική αρχή ή οργανισμό της αλλοδαπής, όταν-

(α) η ανακοίνωση των πληροφοριών ή η έρευνα, ενδέχεται να προσβάλει την κυριαρχία, την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της Δημοκρατίας,

(β) έχουν ήδη ληφθεί νομικά μέτρα ενώπιον αρμοδίου δικαστηρίου της Δημοκρατίας για τα ίδια πραγματικά γεγονότα,

(γ) για τα πρόσωπα αυτά έχει ήδη εκδοθεί τελική απόφαση δικαστηρίου για τα ίδια πραγματικά γεγονότα στη Δημοκρατία.

Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους (β) και (γ), η Επιτροπή ενημερώνει την αιτούσα αρμόδια αρχή ή τον οργανισμό για την εν λόγω δικαστική διαδικασία ή απόφαση, παρέχοντας όσο το δυνατό λεπτομερέστερες πληροφορίες.