Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«αρμόδια αρχή» αναφορικά με τη διάρκεια της επαγγελματικής πείρας, ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία που απαιτούνται με βάση τον παρόντα Νόμο, σημαίνει την αρχή που έχει οριστεί, ως αρμόδια για την έκδοση, τη χορήγηση ή την αναγνώριση αυτών των διπλωμάτων ή βεβαίωσης διάρκειας της επαγγελματικής πείρας ή των άλλων αποδεικτικών στοιχείων·

«αρμόδιο όργανο» σημαίνει το όργανο που έχει ορισθεί ως αρμόδιο, βάσει οποιασδήποτε νομοθετικής ή διοικητικής διάταξης για την αναγνώριση του δικαιώματος ασκήσεως στη Δημοκρατία ενός νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος·

«αρχείο ΙΜΙ» σημαίνει τον ατομικό φάκελο του αιτούντος που δημιουργείται στο ΙΜΙ·

«αυτόματη αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων» σημαίνει την αναγνώριση σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Κεφάλαιο ΙΙΙ του Τίτλου ΙΙΙ της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε από την Οδηγία 2013/55/ΕΕ, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο∙

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

«διά βίου μάθηση» σημαίνει κάθε γενική εκπαίδευση, επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, ανεπίσημη εκπαίδευση και άτυπη μάθηση που έχει λάβει ένα (1) άτομο κατά τη διάρκεια της ζωής του, με αποτέλεσμα τη βελτίωση των γνώσεων, των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων του, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει και επαγγελματική δεοντολογία·

«διευθυντής επιχείρησης» σημαίνει, κάθε πρόσωπο που έχει ασκήσει σε επιχείρηση του αντίστοιχου επαγγελματικού κλάδου:

(i) είτε τα καθήκοντα διευθυντή επιχείρησης ή υποκαταστήματος επιχείρησης·

(ii) είτε τα καθήκοντα αναπληρωτή του επιχειρηματία ή του διευθυντή της επιχείρησης, εφόσον τα καθήκοντα αυτά συνεπάγονται ευθύνη ανάλογη με την ευθύνη του επιχειρηματία ή του διευθυντή της επιχείρησης· και

(iii) είτε τα καθήκοντα διευθυντικού στελέχους επιφορτισμένου με καθήκοντα εμπορικής ή/και τεχνικής φύσεως και υπεύθυνου για ένα ή περισσότερα τμήματα της επιχείρησης·

«δοκιμασία επάρκειας» σημαίνει τη δοκιμασία που αφορά αποκλειστικά τις επαγγελματικές γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες του αιτούντος και η οποία διενεργείται ή αναγνωρίζεται από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4, με σκοπό να αξιολογηθεί η ικανότητα του αιτούντος να ασκήσει νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα στη Δημοκρατία∙

«Ενιαίο Κέντρο Εξυπηρέτησης» σημαίνει το Ενιαίο Κέντρο Εξυπηρέτησης που εγκαθιδρύθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 του περί της Ελευθερίας Εγκατάστασης Παρόχων Υπηρεσιών και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Υπηρεσιών Νόμου·

«επαγγελματικά προσόντα» σημαίνει τα προσόντα που πιστοποιούνται από τίτλο εκπαίδευσης, από βεβαίωση επάρκειας που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (i), της παραγράφου (α), του άρθρου 15 ή/και από επαγγελματική πείρα·

«επαγγελματική πείρα» σημαίνει την πραγματική και νόμιμη άσκηση πλήρους απασχόλησης ή ισοδύναμης μερικής απασχόλησης του σχετικού επαγγέλματος σε κράτος μέλος·

«επαγγελματική πρακτική άσκηση» σημαίνει μια (1) περίοδο επαγγελματικής πρακτικής άσκησης υπό επίβλεψη, εφόσον αυτό αποτελεί προϋπόθεση για την πρόσβαση σε νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα, και η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε κατά τη διάρκεια είτε μετά την ολοκλήρωση εκπαίδευσης που οδηγεί στην απόκτηση διπλώματος·

«επιτακτικοί λόγοι γενικού συμφέροντος» σημαίνει τους λόγους, οι οποίοι αναγνωρίζονται ως επιτακτικοί στη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή·

«ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα» σημαίνει ηλεκτρονικό πιστοποιητικό με το οποίο αποδεικνύεται είτε ότι ο επαγγελματίας πληροί όλες τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την παροχή υπηρεσιών στη Δημοκρατία σε προσωρινή και περιστασιακή βάση είτε η αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων για εγκατάσταση στη Δημοκρατία·

«Ευρωπαϊκό Σύστημα Μεταφοράς και Συσσώρευσης Ακαδημαϊκών Μονάδων» ή «μονάδες ΕCTS» σημαίνει το σύστημα μονάδων για την ανώτατη εκπαίδευση που χρησιμοποιείται στον ευρωπαϊκό χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης·

«ΙΜΙ» σημαίνει το σύστημα πληροφόρησης της Εσωτερικής Αγοράς σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ.1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την Εσωτερική Αγορά και την κατάργηση της απόφασης 2008/49/ΕΚ («κανονισμός ΙΜΙ»)∙

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλο συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφτηκε στις 2 Μαΐου 1992, στο Οπόρτο και προσαρμόσθηκε από το Πρωτόκολλο το οποίο υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες την 17η Μαΐου 1993 και όπως η Συμφωνία αυτή περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται και την Ελβετία·

«νομοθετικά κατοχυρωμένη εκπαίδευση και κατάρτιση» σημαίνει, κάθε εκπαίδευση η οποία είναι άμεσα προσανατολισμένη στην άσκηση συγκεκριμένου επαγγέλματος και συνίσταται σε κύκλο σπουδών που ενδεχομένως συμπληρώνεται από επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, πρακτική άσκηση ή άσκηση του επαγγέλματος·

«νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα» σημαίνει την κατοχυρωμένη επαγγελματική δραστηριότητα ή το σύνολο επαγγελματικών δραστηριοτήτων που αποτελούν το επάγγελμα που είναι κατοχυρωμένο σε ένα κράτος μέλος, των οποίων η ανάληψη, η άσκηση ή ένας από τους όρους άσκησης εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα, δυνάμει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, από την κατοχή καθορισμένων επαγγελματικών προσόντων:

Νοείται ότι όρο άσκησης συνιστά η χρήση επαγγελματικού τίτλου που περιορίζεται βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, μόνο σε όποιον κατέχει συγκεκριμένο επαγγελματικό προσόν:

Νοείται περαιτέρω, ότι εξομοιώνεται προς νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα το επάγγελμα που ασκείται από τα μέλη ένωσης ή οργάνωσης του Παραρτήματος Ι·

«Οδηγία 2005/36/ΕΚ» σημαίνει, την Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005 σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων·

«Οδηγία 2013/55/ΕΕ» σημαίνει την Οδηγία 2013/55/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2013, για την τροποποίηση της οδηγίας 2005/36/ΕΚ σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του συστήματος πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς («κανονισμός IMI»)∙

«πρακτική άσκηση προσαρμογής» σημαίνει, την άσκηση νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος, που πραγματοποιείται στη Δημοκρατία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 υπό την ευθύνη αναγνωρισμένου επαγγελματία, συνοδεύεται, ενδεχομένως, από συμπληρωματική εκπαίδευση και υπόκειται σε αξιολόγηση. Οι λεπτομερείς κανόνες της πρακτικής άσκησης και της αξιολόγησής της καθώς και το νομικό καθεστώς του ασκούμενου καθορίζονται από το αρμόδιο όργανο·

«τίτλος εκπαίδευσης» σημαίνει, τα διπλώματα, πιστοποιητικά και άλλους τίτλους που χορηγούνται από αρχή κράτους μέλους, η οποία έχει οριστεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους μέλους, και βεβαιώνουν επιτυχώς περατωθείσα επαγγελματική εκπαίδευση που έχει αποκτηθεί στην Κοινότητα:

Νοείται ότι εξομοιώνεται προς τίτλο εκπαίδευσης κάθε τίτλος εκπαίδευσης που χορηγείται από τρίτη χώρα, εφόσον ο κάτοχός του διαθέτει στο συγκεκριμένο επάγγελμα τριετή επαγγελματική πείρα στο έδαφος κράτους μέλους το οποίο αναγνώρισε τον εν λόγω τίτλο, και εφόσον η επαγγελματική αυτή πείρα πιστοποιείται από το εν λόγω κράτος μέλος· και

«τρίτη χώρα» σημαίνει χώρα που δεν είναι κράτος μέλος.