Καθήκοντα Συμβουλίου Κτηνιατρικών Φαρμακευτικών Προϊόντων.

7.-(1) Το Συμβούλιο Κτηνιατρικών Φαρμακευτικών Προϊόντων έχει αρμοδιότητα και εξουσία:

(α) Να εξετάζει αιτήσεις και να εκδίδει ή ανανεώνει άδειες κυκλοφορίας κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων,

(β) να τροποποιεί, ανακαλεί και αναστέλλει άδειες κυκλοφορίας κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων,

(γ) να εξετάζει και να εκδίδει άδειες παρασκευής και εισαγωγής κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων προέλευσης τρίτων χωρών,

(δ) να τροποποιεί, ανακαλεί ή αναστέλλει άδειες παρασκευής και εισαγωγής κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων προέλευσης τρίτων χωρών,

(ε) να τηρεί αρχείο και να αξιολογεί πληροφορίες φαρμακοεπαγρύπνησης,

(στ) να ζητά και να παρέχει τις αναγκαίες πληροφορίες για την τήρηση των υποχρεώσεων που σχετίζονται με την άδεια κυκλοφορίας ή την άδεια παρασκευής και εισαγωγής κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων προέλευσης τρίτων χωρών,

(ζ) να προβαίνει στην κατάταξη κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων σε κατηγορίες που χορηγούνται με ή χωρίς κτηνιατρική συνταγή,

(η) να εξετάζει και να εκδίδει άδειες χονδρεμπορίου κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων,

(θ) να ανακαλεί και να αναστέλλει άδειες χονδρεμπορίου κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων,

(ι) να εξετάζει και να εκδίδει άδειες δοκιμών κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο (ι) του εδαφίου (6) του άρθρου 10,

(ια) να ενημερώνει τον Οργανισμό αμέσως για κάθε απόφαση έκδοσης άδειας κυκλοφορίας, μη έκδοσης ή ανάκληση αυτής, απαγόρευση της κυκλοφορίας και απόσυρση από την κυκλοφορία αναφέροντας τους λόγους που στηρίζουν αυτή, καθώς επίσης και για κάθε ακυρωτική δικαστική απόφαση μη έκδοσης ή ανάκλησης άδειας κυκλοφορίας,

(ιβ) να ενημερώνει τον Οργανισμό για κάθε ενέργεια που αναφέρεται στην παράγραφο (ια) του εδαφίου (1) του άρθρου 20,

(ιγ) να ενημερώνει την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας την Επιτροπή και τον Οργανισμό για κάθε ενέργεια που αναφέρεται στις παραγράφους (ια) και (ιβ) πιο πάνω και η οποία ενδέχεται να επηρεάσει την προστασία της δημόσιας υγείας σε τρίτες χώρες,

(ιδ) να κοινοποιεί στα άλλα κράτη μέλη όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για τη διασφάλιση της ποιότητας και του αβλαβούς των ομοιοπαθητικών κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων που παρασκευάζονται και κυκλοφορούν στην Κοινότητα, ιδίως  εκείνες που αναφέρονται στις παραγράφους (ια), (ιβ) και (ιγ) του εδαφίου (1) του άρθρου 7, στην παράγραφο (ια) του εδαφίου (1) του άρθρου 20, στα εδάφια (10), (11) και (12) του άρθρου 70 και στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 73.

(ιε) να αποστέλλει στον Οργανισμό αντίγραφο των αδειών παρασκευής κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων που εκδίδονται στη Δημοκρατία,

(ιστ) να εξετάζει και να εκδίδει άδειες παρασκευής και διάθεσης φαρμακούχων ζωοτροφών,

(ιζ) να ανακαλεί τις άδειες παρασκευής και διάθεσης φαρμακούχων ζωοτροφών,

(ιη) να εξετάζει και να εκδίδει άδειες παρασκευής ενδιάμεσων προϊόντων,

(ιθ) να ανακαλεί τις άδειες παρασκευής ενδιάμεσων προϊόντων,

(κ) να εξετάζει και να εκδίδει άδειες για τη διεξαγωγή επιχείρησης, αποθήκευσης, διανομής, διάθεσης και εισαγωγής  φαρμακούχων ζωοτροφών,

(κα) να εξετάζει και να εκδίδει άδειες εισαγωγής φαρμακούχων ζωοτροφών προέλευσης τρίτων χωρών,

(κβ) να εκτελεί οποιοδήποτε άλλο καθήκον ή αρμοδιότητα του ανατεθεί από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Το Συμβούλιο Κτηνιατρικών Φαρμακευτικών Προϊόντων δύναται, με απόφασή του, να εξουσιοδοτήσει τον Έφορο να ασκεί οποιαδήποτε αρμοδιότητα ή/και εξουσία που αναφέρεται στο εδάφιο (1) εκ μέρους του Συμβουλίου Κτηνιατρικών Φαρμακευτικών Προϊόντων, υπό τέτοιους όρους, εξαιρέσεις και επιφυλάξεις ως ήθελε καθορίσει στην απόφασή του.