Υποχρέωση εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον.

6.-(1) Η εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον, που αναφέρεται στα άρθρα 4 και 5, πραγματοποιείται κατά την εκπόνηση ενός σχεδίου και/ή προγράμματος και πριν από την έγκρισή του υποβάλλεται σχετική μελέτη από την αρμόδια αρχή στην Περιβαλλοντική Αρχή.

(2)  Για σχέδιο ανάπτυξης που εκπονείται με βάση τους περί Πολεοδομίας και  Χωροταξίας Νόμους του 1972 έως 2002 η εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον, που αναφέρεται στα άρθρα 4 και 5, και η τελική γνωμάτευση, με βάση το άρθρο 17 του παρόντος Νόμου, διενεργούνται κατά την εκπόνηση του σχεδίου ανάπτυξης πριν από τη δημοσίευσή του, με βάση το εδάφιο (2) του άρθρου 18 των περί Πολεοδομίας και  Χωροταξίας Νόμων του 1972 έως 2002, σε ό,τι αφορά τοπικό σχέδιο ή σχέδιο περιοχής, και πριν από τη δημοσίευσή του, με βάση το εδάφιο (6) του άρθρου 34Α των ίδιων νόμων, σε ό,τι αφορά Δήλωση Πολιτικής.

(3) Αναφορικά με την εκπόνηση ή την τροποποίηση σχεδίου ανάπτυξης, κατά τη διάρκεια της περιόδου διαβούλευσης με τις αρχές και το κοινό, σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος Νόμου, και μέχρι τη δημοσίευση του σχεδίου ανάπτυξης, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 18 των περί Πολεοδομίας και  Χωροταξίας Νόμων του 1972 έως 2002 ή το εδάφιο (6) του άρθρου 34Α των ίδιων νόμων, η περιοχή η οποία εμπίπτει σε σχέδιο ανάπτυξης που εκπονείται ή σε τμήμα σχεδίου ανάπτυξης που τροποποιείται ορίζεται ως Λευκή Ζώνη, σύμφωνα με το άρθρο 35 των  περί Πολεοδομίας και  Χωροταξίας Νόμων του 1972 έως  2002, και η κατάσταση παραμένει ως έχει κατά την έναρξη των διαβουλεύσεων μέχρι τη δημοσίευση του σχεδίου ανάπτυξης.

(4) Η περίοδος από την έναρξη της διαβούλευσης με τις αρχές και το κοινό, με βάση το άρθρο 14 του παρόντος Νόμου, μέχρι τη δημοσίευση σχεδίου ανάπτυξης, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 18 των περί Πολεοδομίας και  Χωροταξίας Νόμων του 1972 έως 2002, σε ό,τι αφορά τοπικό σχέδιο ή σχέδιο περιοχής, ή το εδάφιο (6) του άρθρου 34Α των ίδιων νόμων, σε ό,τι αφορά Δήλωση Πολιτικής, και αφού ληφθεί η γνωμάτευση της Περιβαλλοντικής Αρχής, με βάση το άρθρο 17, δεν υπερβαίνει συνολικά τους τέσσερις μήνες.  Κατά τον υπολογισμό των τεσσάρων μηνών που αναφέρονται πιο πάνω δε λαμβάνονται υπόψη οι χρονικές περίοδοι κατά τις οποίες η Περιβαλλοντική Αρχή αναμένει πρόσθετα στοιχεία, σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 17, ή διενεργείται δημόσια ακρόαση, σύμφωνα με το άρθρο 18.

(5) Σε περίπτωση που σχέδια και/ή προγράμματα αποτελούν μέρος ιεραρχίας σχεδίων και/ή προγραμμάτων, η Περιβαλλοντική Αρχή, προκειμένου να αποφύγει την επανάληψη εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον, λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι η εκτίμηση γίνεται, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, σε διάφορα επίπεδα της ιεραρχίας και εφαρμόζει τις διατάξεις του άρθρου 15(1)(β) και (γ).

(6) Η υποχρέωση του εδαφίου (1) εφαρμόζεται για σχέδια και/ή προγράμματα των οποίων -

(α)η πρώτη επίσημη προπαρασκευαστική πράξη αρχίζει μετά την 21η Ιουλίου 2004.

(β)η πρώτη επίσημη προπαρασκευαστική πράξη  άρχισε πριν από την 21η Ιουλίου 2004 και υποβάλλονται προς έγκριση ή εγκρίνονται μετά την πάροδο περισσοτέρων των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από την 21η Ιουλίου 2004:

Νοείται ότι η υποχρέωση του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζεται-

(α)για συστατικό σχεδίου και/ή προγράμματος που ίσχυε πριν από την 21η Ιουλίου 2004 και δε διαφοροποιείται  ή

(β)για συστατικό σχεδίου και/ή προγράμματος σε σχέση με το οποίο διενεργήθηκε προγενέστερα εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον, με βάση τον παρόντα Νόμο, και το οποίο συστατικό δε μεταβάλλεται με το μεταγενέστερα τροποποιούμενο σχέδιο και/ή πρόγραμμα.

(7) Η Περιβαλλοντική Αρχή, μετά από εξέταση κάθε μεμονωμένης περίπτωσης, δύναται να αποφασίσει ότι δεν απαιτείται εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (6)(β), όταν αυτό δεν είναι εφικτό.  Η Περιβαλλοντική Αρχή, με γνωστοποίηση που δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δύο ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες της Δημοκρατίας και μέσω του διαδικτύου δημοσιοποιεί την απόφασή της και ότι αυτή είναι καταχωρισμένη στο Αρχείο που τηρείται σύμφωνα με το άρθρο 23.

(8) Η Περιβαλλοντική Αρχή γνωστοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή πληροφορίες για τους τύπους σχεδίων και/ή προγραμμάτων τα οποία, σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 5, πρόκειται να υποβληθούν σε εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.