Αμοιβαία αναγνώριση αδειών

8.-(1) ΄Ανευ επηρεασμού του άρθρου 24, ο κάτοχος άδειας βιοκτόνου που έχει εγκριθεί ή καταχωρηθεί σε κράτος-μέλος, προκειμένου να επιτύχει την αναγνώριση της άδειας αυτής και στη Δημοκρατία, υποβάλλει αίτηση στην Αρμόδια Αρχή, η οποία εγκρίνεται ή καταχωρείται εντός 120 ή αντίστοιχα 60 ημερών από την παραλαβή της σχετικής αίτησης από την Αρμόδια Αρχή, υπό την προϋπόθεση ότι η δραστική ουσία του βιοκτόνου περιέχεται στον κατάλογο που καταρτίζεται δυνάμει του άρθρου 5(α).

(2) Για την αναγνώριση έγκρισης που έχει χορηγηθεί από κράτος μέλος, η αίτηση πρέπει να περιλαμβάνει σύνοψη του φακέλου που απαιτείται σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 9 καθώς και επικυρωμένο αντίγραφο της πρώτης έγκρισης που έχει χορηγηθεί.

(3) Για την αναγνώριση καταχώρησης βιοκτόνων περιορισμένου κινδύνου, που έχει πραγματοποιηθεί από κράτος-μέλος η αίτηση πρέπει να περιλαμβάνει τα δεδομένα που απαιτούνται βάσει της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 9 εκτός των δεδομένων αποτελεσματικότητας για τα οποία είναι αρκετό να περιλαμβάνεται μια περίληψη.

(4) Η αναγνώριση που αναφέρεται στα εδάφια (2) και (3) δεν επηρεάζει οποιαδήποτε μέτρα που μπορεί να ληφθούν για την προστασία της υγείας των εργαζομένων με βάση τον περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμο.

(5) Εάν, σύμφωνα με το άρθρο 11, η Αρμόδια Αρχή διαπιστώσει ότι-

(α) Το είδος στόχος δεν υπάρχει σε επιβλαβείς ποσότητες·

(β) έχει αποδειχθεί απαράδεκτη ανοχή ή ανθεκτικότητα του οργανισμού στόχου στο βιοκτόνο· ή

(γ) οι σχετικές συνθήκες χρήσεως, όπως οι κλιματικές συνθήκες ή η περίοδος αναπαραγωγής του είδους στόχου, διαφέρουν σημαντικά από τις συνθήκες που επικρατούν στο κράτος-μέλος όπου το εν λόγω βιοκτόνο εγκρίθηκε για πρώτη φορά και ότι, συνεπώς, η δοθείσα έγκριση χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω τροποποίηση ενδέχεται να παρουσιάζει απαράδεκτους κινδύνους για τον άνθρωπο ή το περιβάλλον,

τότε μπορεί να απαιτήσει την προσαρμογή, στις διαφορετικές συνθήκες, ορισμένων προϋποθέσεων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (v), (vi), (viii), (x) και (xii), της παραγράφου (ε) του εδαφίου (3) του άρθρου 31, ώστε να πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 11 για τη χορήγηση αδείας.

(6) ΄Οταν η Αρμόδια Αρχή θεωρεί ότι ένα βιοκτόνο περιορισμένου κινδύνου, καταχωρημένο από κράτος-μέλος, δεν εμπίπτει στον ορισμό της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 2, μπορεί προσωρινά να αρνηθεί την καταχώρηση του εν λόγω προϊόντος και κοινοποιεί αμέσως τις ανησυχίες του στην Αρμόδια Αρχή του εν λόγω κράτους-μέλους που είναι υπεύθυνη για την εξακρίβωση του φακέλου. Εάν η Αρμόδια Αρχή και η Αρμόδια Αρχή του εν λόγω κράτους-μέλους δεν καταλήξουν σε συμφωνία εντός μέγιστης προθεσμίας 90 ημερών, το θέμα διαβιβάζεται στην Επιτροπή προκειμένου να λάβει απόφαση.

(7) Ανεξάρτητα από τα εδάφια (5) και (6) όταν η Αρμόδια Αρχή κρίνει ότι ένα βιοκτόνο εγκεκριμένο από κράτος-μέλος δεν πληροί τους όρους του εδαφίου (1) του άρθρου 11 και προτίθεται να αρνηθεί την αδειοδότηση ή την καταχώρηση ή να θέσει ορισμένους όρους όσον αφορά την έγκριση, γνωστοποιεί στην Επιτροπή στα κράτη-μέλη και στον αιτούντα την πρόθεσή του αυτή και τους παρέχει επεξηγηματικό έγγραφο που περιλαμβάνει το όνομα του προϊόντος και τις προδιαγραφές του και εκθέτει τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να αρνηθεί ή να θέσει περιορισμούς όσον αφορά την έγκριση.

(8) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1) η Αρμόδια Αρχή δύναται να αρνηθεί την αναγνώριση έγκρισης που έχει χορηγηθεί για οποιονδήποτε από τους τύπους προϊόντων 15, 17 και 23 του Παραρτήματος VΙΙ, εφόσον αυτή η άρνηση είναι δικαιολογημένη και δεν θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη του σκοπού του παρόντος Νόμου.

(9) Η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει την Επιτροπή και τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών για κάθε σχετική απόφαση και επισημαίνει τους λόγους της άρνησης αναγνώρισης.