Ενέργειες Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

39.(1) Σε περίπτωση που ο Επίτροπος βρίσκει ή διαπιστώνει κατόπιν διερεύνησης παραπόνου δυνάμει των άρθρων 10 και 11, ή εξέτασης θέματος δυνάμει των άρθρων 32, 33 και 34, ή εν πάση περιπτώσει στην άσκηση οποιασδήποτε αρμοδιότητας, καθήκοντος ή εξουσίας του δυνάμει του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού κανονισμών, διαταγμάτων, κωδίκων πρακτικής, και διαταγμάτων δυνάμει των εν λόγω κανονισμών ή κωδίκων, ότι διάταξη, όρος ή κριτήριο, που εφαρμόστηκε ή εφαρμόζεται, ή πρόκειται να εφαρμοστεί, αποτελεί ή συνιστά, ανάλογα με την περίπτωση, απαγορευμένη με νόμο διάκριση, ή φυλετική ή έμμεση φυλετική διάκριση στην απόλαυση προστατευόμενου δικαιώματος ή ελευθερίας, και ότι η εν λόγω διάταξη, όρος ή κριτήριο τίθεται με οποιοδήποτε Σχέδιο Υπηρεσίας, νόμο ή κανονισμούς, ή άλλο νομοθέτημα, πληροφορεί για τα πιο πάνω το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, διαβιβάζοντας σ’ αυτόν ταυτοχρόνως, όπου υπάρχει, οποιοδήποτε σχετικό εύρημα, διαπίστωση και έκθεση του.

(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) τυγχάνουν εφαρμογής και στις πιο κάτω περιπτώσεις -

(ι)Σε περίπτωση που πρόκειται να υιοθετηθεί σε οποιοδήποτε Σχέδιο Υπηρεσίας, νόμο ή κανονισμούς, ή άλλο νομοθέτημα, διάταξη, όρος, ή κριτήριο που όπως αναφέρεται στο πιο πάνω εδάφιο (1) συνιστά ή αποτελεί απαγορευμένη με νόμο διάκριση, ή φυλετική ή έμμεση φυλετική διάκριση στην απόλαυση προστατευόμενου δικαιώματος ή ελευθερίας.

(ii)σε περίπτωση μεταχείρισης ή συμπεριφοράς κατ’ εφαρμογή διάταξης, όρου ή κριτηρίου, που τίθεται σε οποιοδήποτε νόμο ή κανονισμούς, ή άλλο νομοθέτημα, και αποτελεί ή συνιστά, ανάλογα με την περίπτωση, απαγορευμένη με νόμο διάκριση, ή φυλετική ή έμμεση φυλετική διάκριση στην απόλαυση προστατευόμενου δικαιώματος ή ελευθερίας.

(3) Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, αφού μελετήσει το θέμα που του διαβιβάζεται δυνάμει των εδαφίων (1) και (2), συμβουλεύει τον αρμόδιο για το θέμα Υπουργό, ή και το Υπουργικό Συμβούλιο, για τα μέτρα που μπορούν να ληφθούν, λαμβανομένων υπόψη και των οποιονδήποτε σχετικών διεθνών υποχρεώσεων της Δημοκρατίας και των διεθνών συμβάσεων που έχει κυρώσει περιλαμβανομένων εκείνων της παραγράφου (β) του άρθρου 5, και ετοιμάζει εν πάση περιπτώσει οποιαδήποτε σχετική με τη συμβουλή του νομοθεσία.

(4) Σε περίπτωση που ο επίτροπος βρίσκει ή διαπιστώνει κατόπιν διερεύνησης ή εξέτασης που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ή στην άσκηση οποιασδήποτε αρμοδιότητας, καθήκοντος ή εξουσίας, που αναφέρεται στο εδάφιο, ότι μεταχείριση ή συμπεριφορά, ή διάταξη, όρος, κριτήριο, ή πρακτική, που αποτελεί ή συνιστά, ανάλογα με την περίπτωση, απαγορευμένη με νόμο διάκριση, ή φυλετική ή έμμεση φυλετική διάκριση, στην απόλαυση προστατευόμενου δικαιώματος ή ελευθερίας, ενδεχομένως να χρειάζεται να εξεταστεί κατά πόσο πρέπει να τύχει νομοθετικής ρύθμισης, πληροφορεί για τα πιο πάνω το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, διαβιβάζοντας σ’ αυτόν ταυτοχρόνως, όπου υπάρχει, οποιοδήποτε σχετικό εύρημα, διαπίστωση και έκθεση του.

(5) Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, αφού μελετήσει το θέμα που του διαβιβάζεται δυνάμει του εδαφίου (4), συμβουλεύει τον αρμόδιο για το θέμα Υπουργό της Κυβέρνησης, ή και το Υπουργικό Συμβούλιο, κατά πόσο επιβάλλεται ή και μπορεί νομοθετικά να υπάρξει νομοθετική ρύθμιση, λαμβανομένων υπόψη και των οποιονδήποτε σχετικών με το θέμα διεθνών υποχρεώσεων της Δημοκρατίας και των διεθνών συμβάσεων που έχει κυρώσει περιλαμβανομένων εκείνων της παραγράφου (β) του άρθρου 5, και ετοιμάζει εν πάση περιπτώσει οποιαδήποτε σχετική με τη συμβουλή του νομοθεσία.