Χορήγηση παρεκκλίσεων σε επιχειρήσεις

41.-(1) Εάν μια επιχείρηση φυσικού αερίου αντιμετωπίζει ή αναμένει να αντιμετωπίσει σοβαρές οικονομικές και χρηματοπιστωτικές δυσχέρειες λόγω των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει βάσει μιας ή περισσότερων συμβάσεων περί υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής φυσικού αερίου, μπορεί να υποβάλει στον Υπουργό, αίτηση για προσωρινή παρέκκλιση από τις διατάξεις του άρθρου 28.

(2)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να αποφασίσει, μετά από εισήγηση της ΡΑΕΚ, ότι οι αιτήσεις για χορήγηση παρέκκλισης υποβάλλονται χωριστά είτε πριν είτε μετά την άρνηση πρόσβασης στο δίκτυο.

(β) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται επίσης να παρέχει σε επιχείρηση φυσικού αερίου τη δυνατότητα υποβολής αίτησης είτε πριν είτε μετά την απαγόρευση πρόσβασης στο δίκτυο, ζητώντας για τον καθορισμό του χρόνου υποβολής της αίτησης την εισήγηση της ΡΑΕΚ.

(γ) Όταν μια επιχείρηση φυσικού αερίου έχει αρνηθεί την πρόσβαση, η αίτηση υποβάλλεται το ταχύτερο.

(3) Οι αιτήσεις υποβάλλονται στον Υπουργό και συνοδεύονται από όλες τις χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τη φύση και την έκταση του προβλήματος και τις προσπάθειες που καταβάλλονται από την επιχείρηση φυσικού αερίου για την επίλυση του προβλήματος.

(4) Ο Υπουργός, αφού διαβουλευθεί με τη ΡΑΕΚ μπορεί να χορηγήσει παρέκκλιση, εάν δεν υπάρχουν εύλογες εναλλακτικές λύσεις και αφού λάβει υπόψη τις διατάξεις του εδαφίου (6).

(5) Ο Υπουργός διαβιβάζει το ταχύτερο δυνατό στην Επιτροπή την απόφαση χορήγησης παρέκκλισης και όλες τις χρήσιμες πληροφορίες αναφορικά με την παρέκκλιση αυτή, έτσι ώστε η Επιτροπή να λάβει τελεσίδικη απόφαση έχοντας ενώπιον της τεκμηριωμένα στοιχεία.

(6) Για την παραχώρηση παρέκκλισης κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (1), ο Υπουργός λαμβάνει ειδικότερα υπόψη -

(α) Την ανάγκη εκπλήρωσης Υποχρεώσεων Δημόσιας Ωφελείας και εγγύησης της ασφάλειας του εφοδιασμού,

(β) τη θέση της επιχείρησης φυσικού αερίου στην αγορά φυσικού αερίου και την πραγματική κατάσταση του ανταγωνισμού στην ίδια αγορά,

(γ) τη σοβαρότητα των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών δυσχερειών, που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις φυσικού αερίου και οι επιχειρήσεις μεταφοράς ή οι επιλέγοντας πελάτες,

(δ) τις ημερομηνίες υπογραφής και τους όρους της εν λόγω σύμβαση ή συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον προβλέπουν το ενδεχόμενο αλλαγής της αγοράς,

(ε) τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την επίλυση του προβλήματος,

(στ) το κατά πόσον, αποδεχόμενη τις εν λόγω δεσμεύσεις υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής, η επιχείρηση θα μπορούσε εύλογα να προβλέψει, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ότι ήταν πιθανόν να ανακύψουν σοβαρές δυσχέρειες,

(ζ) το επίπεδο διασύνδεσης του δικτύου με άλλα δίκτυα, και το βαθμό λειτουργικότητάς τους,

(η) τις επιπτώσεις που θα έχει η χορήγηση παρέκκλισης στην εφαρμογή του παρόντος Νόμου, όσον αφορά την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου, και

(θ) την επιδιωκόμενη επίτευξη ανταγωνιστικής αγοράς φυσικού αερίου.

(7) Η απόφαση σχετικά με αίτηση παρέκκλισης που αφορά συμβάσεις υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής, οι οποίες έχουν συναφθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου, δεν πρέπει να καθιστά αδύνατη την εξεύρεση οικονομικώς βιώσιμων εναλλακτικών διεξόδων και εν πάση περιπτώσει, δεν θεωρείται ότι υπάρχουν σοβαρές δυσχέρειες όταν οι πωλήσεις φυσικού αερίου δεν έχουν κατέλθει κάτω από το εγγυημένο επίπεδο ελάχιστης ζήτησης, το οποίο προβλέπεται στις συμβάσεις υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής ή εφόσον η συγκεκριμένη σύμβαση μπορεί να προσαρμοσθεί ή η επιχείρηση φυσικού αερίου μπορεί να βρει εναλλακτικές διεξόδους διάθεσης.

(8) Οι επιχειρήσεις φυσικού αερίου, στις οποίες δεν έχει χορηγηθεί η παρέκκλιση που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ανάλογα με την εκάστοτε ισχύουσα περίπτωση, δεν απαγορεύουν ή παύουν να απαγορεύουν την πρόσβαση στο δίκτυο λόγω δεσμεύσεων υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής, τις οποίες έχουν αναλάβει με σύμβαση αγοράς φυσικού αερίου.

(9) Οι τυχόν παρεκκλίσεις που χορηγούνται δυνάμει των πιο πάνω διατάξεων, πρέπει να αιτιολογούνται δεόντως.