Ιεραρχική προσφυγή

29.-(1) Ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου ή αλιευτικού σκάφους, ο αντιπρόσωπός του στη Δημοκρατία και ο πλοίαρχος τέτοιου πλοίου ή αλιευτικού σκάφους έχουν έκαστος το δικαίωμα να προσβάλουν, με γραπτή και αιτιολογημένη προσφυγή στον Υπουργό-

(α) Οδηγία επιθεωρητή περί απαγόρευσης απόπλου του εν λόγω πλοίου ή αλιευτικού σκάφους,

(β) απόφαση του Διευθυντή περί επιβολής διοικητικού προστίμου, ή

(γ) απορριπτική απόφαση του Διευθυντή είτε επί υποβληθέντων ενστάσεων κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 26(6) είτε επί υποβληθέντων παραστάσεων κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 28(4), η οποία απόφαση αφορά στο εν λόγω πλοίο ή αλιευτικό σκάφος,

εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών από την διαβίβαση ή κοινοποίηση στον προσφεύγοντα κατά τα διαλαμβανόμενα στον παρόντα Νόμο, της οδηγίας ή απόφασης, στην οποία εδράζεται η προσφυγή.

(2) Η κατά το εδάφιο (1) υποβολή προσφυγής δεν αναστέλλει την εκτέλεση προσβληθείσας οδηγίας ή απόφασης.

(3) Σε περίπτωση υποβολής προσφυγής δυνάμει του εδαφίου (1), ο Υπουργός την εξετάζει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, δυνάμενος κατά την κρίση του να ακούσει τον προσφεύγοντα ή να δώσει σ’ αυτόν την ευκαιρία να υποστηρίξει γραπτώς τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή.

(4) Ο Υπουργός έχει εξουσία να αναθέτει σε ένα ή περισσότερους λειτουργούς του Υπουργείου του την εξέταση

θεμάτων που αφορούν την προαναφερόμενη προσφυγή και να απαιτεί από αυτούς να του υποβάλλουν το πόρισμα τέτοιας εξέτασης πριν από την έκδοση της απόφασής του επί της προσφυγής.

(5) Ο Υπουργός, εντός προθεσμίας 10 ημερών από την υποβολή της προσφυγής, εκδίδει και διαβιβάζει γραπτώς στον

προσφεύγοντα την απόφασή του επί της προσφυγής, δια της οποίας απόφασης-

(α) Αποδέχεται εν όλω ή αποδέχεται εν μέρει ή απορρίπτει την προσφυγή, και

(β) κατά περίπτωση, ακυρώνει ή τροποποιεί ή επικυρώνει ή αντικαθιστά την προσβαλλόμενη οδηγία ή απόφαση.

Η απόφαση του Υπουργού καθίσταται εκτελεστή με την διαβίβασή της στον προσφεύγοντα, εκτός εάν αφορά σε προσφυγή κατά απόφασης την οποία ο Διευθυντής εξέδωσε δυνάμει του άρθρου 28(1) ή (4).

(6) Σε περίπτωση που ο Υπουργός υιοθετεί εν μέρει ή απορρίπτει προσφυγή που του υποβάλλεται δυνάμει του εδαφίου (1), στην απόφαση του επί της προσφυγής ο Υπουργός εκθέτει επαρκώς, δεόντως και σαφώς τους λόγους στους οποίους αυτή βασίζεται, και πληροφορεί τον προσφεύγοντα περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση του Υπουργού με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο και περί της προθεσμίας εντός της οποίας δύναται να ασκηθεί το εν λόγω δικαίωμα, κατά τα διαλαμβανόμενα στο ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος.

(7) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο το οποίο -

(α) Υποβάλλει προσφυγή, δυνάμει του εδαφίου (1), η οποία περιέχει ψευδή, ανακριβή ή παραπλανητικά στοιχεία, ή

(β) υποβάλλει πληροφορία, βάσει του εδαφίου (3), η οποία είναι ψευδής, ανακριβής ή παραπλανητική,

και υπόκειται -

(αα) σε περίπτωση πρώτου αδικήματος, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές, ή

(ββ) σε περίπτωση μεταγενέστερου αδικήματος, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τέσσερεις χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές.

(8) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με εκτελεστή απόφαση του Υπουργού δυνάμει του εδαφίου (5), η οποία αφορά σε προσφυγή κατά οδηγίας επιθεωρητή ή απόφασης του Διευθυντή, που αφορά σε απαγόρευση απόπλου, και το πρόσωπο αυτό υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές.