Ερμηνεία

2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:-

«Αρμοδία Αρχή Διαπίστευσης» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·

«Βοηθός Επίτροπος» σημαίνει το Βοηθό Επίτροπο Αγροτικών Πληρωμών, που διορίζεται δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 9·

«δικαιούχος» σημαίνει πρόσωπο στο οποίο εγκρίνεται πληρωμή από τον ΟΑΠ σύμφωνα με το άρθρο 34·

«διορίζουσα αρχή» σημαίνει το Συμβούλιο που ιδρύεται δυνάμει του άρθρου 20 και είναι το αρμόδιο όργανο να διενεργεί προσλήψεις και προαγωγές σε θέσεις στον ΟΑΠ·

«Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων» ή «Ε.Γ.Τ.Π.Ε.» σημαίνει το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως αυτό καθορίζεται στον Κανονισμό 1258/99/ΕΚ·

«έγκριση πληρωμών» σημαίνει την έγκριση αίτησης για πληρωμή ποσού που θα πρέπει να καταβάλλεται από τον ΟΑΠ σε κάθε δικαιούχο όπως προνοείται στις σχετικές κοινοτικές πράξεις και σύμφωνα με το άρθρο 34·

«εγχειρίδιο εφαρμογής» σημαίνει το εγχειρίδιο το οποίο εκδίδεται από τον Επίτροπο σύμφωνα με το άρθρο 30·

«Εγκριτική Πράξη Διαπίστευσης» σημαίνει την πράξη με την οποία ο ΟΑΠ τυγχάνει Διαπίστευσης σύμφωνα με το άρθρο 5 από την Αρμόδια Αρχή Διαπίστευσης·

«εκτέλεση πληρωμών» σημαίνει την έκδοση εντολής προς τράπεζα του ΟΑΠ να καταβάλει το εγκεκριμένο ποσό σε δικαιούχο·

«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή·

«Επίτροπος» σημαίνει τον Επίτροπο Αγροτικών Πληρωμών που διορίζεται δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 9·

«θέση» σημαίνει οργανική θέση στον ΟΑΠ·

«Κανονισμός 2262/84/ΕΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Κανονισμός 2262/84/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Ιουλίου 1984 για τη λήψη ειδικών μέτρων στον τομέα του ελαιολάδου (EE L 208 της 3/8/1984 σ.11-13) όπως τροποποιήθηκε μέχρι και τον Κανονισμό 2292/2001/ΕΚ (ΕΕ L 308 της 27/11/2001 σ.1-2)·

«Κανονισμός 2220/85/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Κανονισμός 2220/85/ΕΟΚ της Επιτροπής της 22ας Ιουλίου 1985 για τον καθορισμό των κοινών λεπτομερειών εφαρμογής του καθεστώτος εγγυήσεων για τα γεωργικά προϊόντα (ΕΕ L 205 της 3/8/1985 σ.5-11) όπως τροποποιήθηκε μέχρι και τον Κανονισμό 1932/99/ΕΚ (ΕΕ L 240 της 10/9/99, σ.11-13)·

«Κανονισμός 4045/89/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Κανονισμός 4045/89/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1989, περί των ελέγχων, εκ μέρους των κρατών μελών, των πράξεων που αποτελούν μέρος του συστήματος χρηματοδοτήσεως από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Τμήμα Εγγυήσεων, και περί καταργήσεως της οδηγίας 77/433/ΕΟΚ (EE L 388 της 30/12/1989 σ.18) όπως τροποποιήθηκε μέχρι και τον κανονισμό 2154/2002/ΕΚ (ΕΕ L 328 της 5/12/2002 σ.4-5)·

«Κανονισμός 3508/92/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Κανονισμός 3508/92/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου, 1999 για τη θέσπιση ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου σχετικά με ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων (ΕΕ L 355 της 5/12/1992 σ.1-5) όπως τροποποιήθηκε μέχρι και τον Κανονισμό 495/2001/ΕΚ (ΕΕ L 072 της 14/3/2001 σ.6-7)·

«Κανονισμός 2366/98/ΕΚ»σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Κανονισμός 2366/98/ΕΚ της Επιτροπής της 30ης Οκτωβρίου 1996, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος ενίσχυσης στην παραγωγή ελαιολάδου για τις περιόδους εμπορίας 1998/99 έως 2000/01 (ΕΕ L 293 της 31/10/1998 σ.50-63) όπως τροποποιήθηκε μέχρι και τον Κανονισμό 2383/2002/ΕΚ (ΕΕ L 358 της 31/12/2002 σ.122-123)·

«Κανονισμός 1257/99/ΕΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Κανονισμός 1257/99/ΕΚ του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1999, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) και για την τροποποίηση και κατάργηση ορισμένων κανονισμών (EE L 160 της 26/6/1999 σ.80-102)·

«Κανονισμός 2419/2001/ΕΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Κανονισμός 2419/2001/ΕΚ της Επιτροπής της 11ης Δεκεμβρίου 2001, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου για ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ.3508/92 (ΕΕ L 327 της 12/12/2001, σ.11-32) όπως τροποποιήθηκε μέχρι και τον Κανονισμό 2550/2001/ΕΚ (EE L 341 της 22/12/2001, σ.105-117)·

«Κανονισμός 445/2002/ΕΚ σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Κανονισμός 445/2002/ΕΚ της Επιτροπής της 26ης Φεβρουαρίου 2002, περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1257/1999 του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) (EE L 047 της 15/3/2002, σ.1-34), όπως τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό 567/2003/ΕΚ (EE L 082 της 29/3/2003 σ.11)·

«Κοινή Γεωργική Πολιτική» ή «ΚΓΠ» σημαίνει την Κοινή Γεωργική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

«κοινοτική πράξη» σημαίνει Οδηγίες, Κανονισμούς και Αποφάσεις του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

«Οργανική θέση» σημαίνει θέση στον ΟΑΠ που περιλαμβάνεται στον προϋπολογισμό του ΟΑΠ.

«Οργανισμός Αγροτικών Πληρωμών» ή «ΟΑΠ» σημαίνει τον Οργανισμό Αγροτικών Πληρωμών που ιδρύεται δυνάμει του άρθρου 3·

«Όργανο Πιστοποίησης» σημαίνει τον Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας ή/και εγκεκριμένο ελεγκτικό οίκο, οι οποίοι διενεργούν ελέγχους στον ΟΑΠ σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 50·

«πρόσωπο» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο και περιλαμβάνει εταιρεία, συνεταιρισμό, δήμο, σωματείο, ίδρυμα ή οποιαδήποτε άλλη ένωση ή σύνδεσμο προσώπων με ή χωρίς νομική προσωπικότητα·

«Συμβουλευτική Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή που διορίζεται από την Αρμόδια Αρχή Διαπίστευσης σύμφωνα με το άρθρο 42·

«Συμβούλιο» σημαίνει το Συμβούλιο Προσλήψεων και Προαγωγών που ιδρύεται σύμφωνα  με το άρθρο 20·

«Συμβούλιο Πειθαρχικού Ελέγχου» σημαίνει το Συμβούλιο Πειθαρχικού Ελέγχου που ιδρύεται σύμφωνα με το άρθρο 20Β·

«Ταμεία» σημαίνει το Ταμείο Λειτουργίας και Ταμείο Πληρωμών του ΟΑΠ·

«Ταμείο Λειτουργίας» σημαίνει το Ταμείο Λειτουργίας του ΟΑΠ που προνοείται στο άρθρο 27·

«Ταμείο Πληρωμών» σημαίνει το Ταμείο Πληρωμών του ΟΑΠ που προνοείται στο άρθρο 28·

«Υπάλληλος» σημαίνει μέλος του προσωπικού που κατέχει θέση στον ΟΑΠ·

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.

(2) Στον παρόντα Νόμο:

(α) Οι όροι «δημόσια θέση», «δημόσιος υπάλληλος» και «δημόσια υπηρεσία», έχουν την έννοια που αποδίδεται σ΄ αυτούς, στους περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμους του 1990 μέχρι 2001,

(β) ο όρος «αξίωμα του οποίου η αμοιβή τελεί υπό τον έλεγχο της Δημοκρατίας», περιλαμβάνει το αξίωμα του υπουργού, του βουλευτού, του μέλους οποιουδήποτε δημοτικού συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένου και του Δημάρχου, ως και οποιοδήποτε άλλο δημοτικό ή δημόσιο αξίωμα του οποίου η αμοιβή τελεί υπό τον έλεγχο της Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου ή άλλου μέλους διοικητικού συμβουλίου, νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή άλλου οργανισμού δημοσίου δικαίου χωρίς νομική προσωπικότητα, που ιδρύονται με νόμο προς το δημόσιο συμφέρον και των οποίων τα κεφάλαια είτε παρέχονται είτε είναι εγγυημένα από τη Δημοκρατία, και σε περίπτωση δε που η επιχείρηση ασκείται αποκλειστικά από τέτοιο νομικό πρόσωπο ή οργανισμό, εφόσον η διοίκηση αυτού τελεί υπό τον έλεγχο της Δημοκρατίας.