Αποθέματα έκτακτης ανάγκης και υπολογισμός υποχρεώσεων διατήρησης αποθεμάτων

7.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφασή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας καθορίζει τον πολλαπλάσιο αριθμό ημερών που αντιστοιχούν σε μια ημέρα μέσων ημερήσιων καθαρών εισαγωγών ή μέσης ημερήσιας εσωτερικής κατανάλωσης, που πρέπει να διατηρούνται ως αποθέματα έκτακτης ανάγκης, προς όφελος της Δημοκρατίας, με βάση τον παρόντα Νόμο.

(2) Τα συνολικά αποθέματα πετρελαίου που διατηρούνται σε μόνιμη βάση στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προς όφελος της Δημοκρατίας, αντιστοιχούν, τουλάχιστον, σε ενενήντα (90) ημέρες μέσων ημερήσιων καθαρών εισαγωγών ή σε εξήντα ένα (61) ημέρες μέσης ημερήσιας εσωτερικής κατανάλωσης, όποια από τις δύο ποσότητες είναι η μεγαλύτερη.

(3) Ο Υπουργός μέχρι την 30ή Ιουνίου κάθε έτους καθορίζει με Διάταγμά του, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, τη μέση ημερήσια καθαρή εισαγωγή σε τόνους ισοδύναμου πετρελαίου ή τη μέση ημερήσια εσωτερική κατανάλωση, το ύψος των αποθεμάτων έκτακτης ανάγκης σε τόνους ισοδύναμου πετρελαίου που διατηρούνται σε μόνιμη βάση, προς όφελος της Δημοκρατίας, στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και τη σύνθεση των αποθεμάτων έκτακτης ανάγκης.

(4)(α) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 11, ο Υπουργός δύναται, μετά από διαβούλευση με τον ΚΟΔΑΠ και τους οικονομικούς φορείς μέλη του ΚΟΔΑΠ, να καθορίζει με Διάταγμα του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας το ύψος των αποθεμάτων έκτακτης ανάγκης που οι οικονομικοί φορείς, μέλη του ΚΟΔΑΠ, έχουν υποχρέωση να διατηρούν.

(β) Ο καθορισμός του ύψους των αποθεμάτων έκτακτης ανάγκης που αναφέρονται στην παράγραφο (α), βασίζεται  στις συνολικές ποσότητες εισαγωγών όλων των μελών του ΚΟΔΑΠ ή του κάθε μέλους του ΚΟΔΑΠ ξεχωριστά λαμβάνοντας υπόψη το χαμηλότερο από τα δύο, βάσει των στατιστικών στοιχείων που διαθέτει ο ΚΟΔΑΠ, και δεν θα υπερβαίνει το απαραίτητο ελάχιστο απόθεμα που πρέπει να τηρούν οι οικονομικοί φορείς για την εύρυθμη λειτουργία τους:

Νοείται ότι, ο καθορισμός του ύψους των αποθεμάτων έκτακτης ανάγκης που οφείλει να διατηρεί ο κάθε οικονομικός φορέας, μέλος του ΚΟΔΑΠ, διέπεται από τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας.

(γ) Σε περίπτωση που οικονομικός φορέας μέλος του ΚΟΔΑΠ μεταβιβάζει στον ΚΟΔΑΠ την υποχρέωσή του, ο ΚΟΔΑΠ χρεώνει το εν λόγω μέλος σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 10Α και η συνδρομή που καταβάλλει μέλος στον ΚΟΔΑΠ αυξάνεται ανάλογα.

(5) Οι μέσες ημερήσιες καθαρές εισαγωγές που λαμβάνονται υπόψη υπολογίζονται με βάση το ισοδύναμο σε αργό πετρέλαιο των εισαγωγών κατά τη διάρκεια του προηγούμενου ημερολογιακού έτους, όπως ορίζεται σύμφωνα με τη μέθοδο και τις διαδικασίες που καθορίζονται στο Παράρτημα Ι.

(6) Η μέση ημερήσια εσωτερική κατανάλωση που λαμβάνεται υπόψη υπολογίζεται, με βάση το ισοδύναμο σε αργό πετρέλαιο της εσωτερικής κατανάλωσης κατά τη διάρκεια του προηγούμενου ημερολογιακού έτους, όπως καθορίζεται και υπολογίζεται σύμφωνα με τη μέθοδο και τις διαδικασίες που περιγράφονται στο Παράρτημα ΙΙ.

(7) Η Υπηρεσία Ενέργειας και η Στατιστική Υπηρεσία, σε συνεργασία με τον ΚΟΔΑΠ, υπολογίζουν τις μέσες ημερήσιες καθαρές εισαγωγές και τη μέση ημερήσια εσωτερική κατανάλωση, σύμφωνα με  τις μεθόδους και τις διαδικασίες που περιγράφονται στα Παραρτήματα Ι και ΙΙ, αντίστοιχα, προκειμένου να καθοριστεί η ποσότητα των αποθεμάτων έκτακτης ανάγκης.

(8) Ο Υπουργός, καθορίζει στο Διάταγμά του που αναφέρεται στο εδάφιο (3):

(α) είτε τις μέσες ημερήσιες καθαρές εισαγωγές, είτε τη μέση ημερήσια εσωτερική κατανάλωση, και

(β) το ύψος των αποθεμάτων έκτακτης ανάγκης που ο ΚΟΔΑΠ οφείλει να διατηρεί προς όφελος της Δημοκρατίας.

(9) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων των εδαφίων (5) και (6), οι μέσες ημερήσιες καθαρές εισαγωγές και η μέση εσωτερική κατανάλωση που αναφέρονται στα εδάφια αυτά πρέπει να καθορίζονται, όσον αφορά την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου έως και την 30ή Ιουνίου κάθε ημερολογιακού έτους, βάσει των ποσοτήτων που εισήχθησαν ή καταναλώθηκαν κατά τη διάρκεια του προτελευταίου ημερολογιακού έτους πριν από το τρέχον ημερολογιακό έτος.