Εξώδικη ρύθμιση αδικημάτων

26Α.-(1)(α) Σε περίπτωση που Επιθεωρητής έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι πρόσωπο διαπράττει ή έχει διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα το οποίο προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 15, του εδαφίου (4) του άρθρου 20 και των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 26, δύναται να προβεί σε εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος.

(β) Το ποσό της εξώδικης ρύθμισης που καθορίζεται από τον Επιθεωρητή είναι ανάλογο με τη σοβαρότητα του αδικήματος και δεν υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000).

(γ) Σε περίπτωση που ο Αρχιεπιθεωρητής έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι πρόσωπο διαπράττει ή έχει διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα το οποίο προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 15, του εδαφίου (4) του άρθρου 20 και των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 26 και που συνιστά σοβαρής φύσεως αδίκημα, δύναται να προβεί σε εξώδικη ρύθμιση του εν λόγω αδικήματος.

(δ) Το ποσό της εξώδικης ρύθμισης που καθορίζεται από τον Αρχιεπιθεωρητή είναι ανάλογο με την σοβαρότητα του αδικήματος και δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20.000).

(2) Για τους σκοπούς της εξώδικης ρύθμισης που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), ο Επιθεωρητής ή ο Αρχιεπιθεωρητής, ανάλογα με την περίπτωση, επιδίδει στο πρόσωπο που πιστεύει ότι διέπραξε το αδίκημα σχετική ειδοποίηση, στην οποία καθορίζεται το αδίκημα, ο χρόνος της διάπραξής του και το χρηματικό ποσό που το πρόσωπο καλείται να καταβάλει.

(3)(α) Σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη, την οποία ο Επιθεωρητής ή ο Αρχιεπιθεωρητής, ανάλογα με την περίπτωση, θεωρεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), ότι συνιστά αδίκημα, επαναληφθεί για δεύτερη φορά ή δεν τερματιστεί εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την επίδοση της ειδοποίησης της εξώδικης ρύθμισης, ο Επιθεωρητής ή ο Αρχιεπιθεωρητής, ανάλογα με την περίπτωση, δύναται να καθορίσει ποσό εξώδικου προστίμου διπλάσιο του αρχικού ποσού και, σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη επαναληφθεί για τρίτη φορά, ο Αρχιεπιθεωρητής προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για ποινική δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.

(β) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α), σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη δεν τερματιστεί εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών σύμφωνα με τις οδηγίες του Επιθεωρητή ή του Αρχιεπιθεωρητή, ανάλογα με την περίπτωση, τότε για κάθε μέρα που η πράξη ή η παράλειψη συνεχίζεται ή επαναλαμβάνεται, θεωρείται ότι διαπράττεται νέο αδίκημα για το οποίο ο Αρχιεπιθεωρητής προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για ποινική δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.

(4) Ο Επιθεωρητής ή ο Αρχιεπιθεωρητής, ανάλογα με την περίπτωση, εκδίδει σχετική απόδειξη στο πρόσωπο που καταβάλει το ποσό της εξώδικης ρύθμισης, στην οποία αναγράφονται τα ακόλουθα:

(α) Το όνομα του προσώπου που πιστεύεται ότι διέπραξε το αδίκημα,

(β) συνοπτική αναφορά του αδικήματος,

(γ) ο τόπος και η ημερομηνία διάπραξης του αδικήματος, και

(δ) το ποσό που καταβλήθηκε.

(5) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (3), σε περίπτωση που το χρηματικό ποσό που ορίζεται στις διατάξεις των εδαφίων (1) ή (3), ανάλογα με την περίπτωση, καταβληθεί εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της ειδοποίησης, ουδεμία ποινική δίωξη ασκείται αναφορικά με τη διάπραξη του σχετικού αδικήματος.

(6) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (3), με την εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος, την καταβολή του ποσού και την έκδοση της σχετικής απόδειξης, δεν ασκείται οποιαδήποτε περαιτέρω ποινική διαδικασία σχετικά με το εν λόγω αδίκημα και η προσαγωγή στο δικαστήριο της απόδειξης που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (5) αποτελεί πλήρη απόδειξη των γεγονότων που αναφέρονται σε αυτήν και συνεπάγεται την απαλλαγή του κατηγορουμένου.

(7) Η εξώδικη ρύθμιση αδικήματος και η καταβολή του σχετικού ποσού σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν αποτελεί καταδίκη, σε περίπτωση όμως καταδικαστικής απόφασης για διάπραξη άλλου παρόμοιου αδικήματος, το δικαστήριο δύναται να λάβει υπόψη τα πιο πάνω γεγονότα για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής.

(8) Σε περίπτωση που περιέλθουν στην αντίληψη του Αρχιεπιθεωρητή νέα στοιχεία που να το δικαιολογούν, δύναται, με αιτιολογημένη γραπτή απόφαση που κοινοποιεί στο επηρεαζόμενο πρόσωπο, να αποσύρει ή να τροποποιήσει την ειδοποίηση εξώδικης ρύθμισης αδικήματος.