Κλήση σε απολογία και παραστάσεις

39.—(1) Πριν να προβεί στην έκδοση της απόφασής της προς επιβολή διοικητικού προστίμου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 38, η Επιτροπή οφείλει να κοινοποιεί εγγράφως την πρόθεσή της προς διερεύνηση της ενδεχόμενης παράβασης σε κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο, να παραθέτει τους λόγους που δικαιολογούν την πρόθεσή της προς διερεύνηση και προς ενδεχόμενης επιβολή διοικητικού προστίμου και να επισημαίνει τα δικαιώματα που του παρέχονται δυνάμει του εδαφίου (2).

(2) Πρόσωπο προς το οποίο κοινοποιείται έγγραφο με βάση το εδάφιο (1) έχει το δικαίωμα εντός προθεσμίας που τάσσει η Επιτροπή κατά την απόλυτη κρίση της και δύναται να είναι μεταξύ τριών και είκοσι μίας ημερών από της κοινοποιήσεως αυτής, να προβεί σε γραπτές παραστάσεις προς την Επιτροπή:

Νοείται ότι είναι δυνατή η παράταση της πιο πάνω προθεσμίας σε περίπτωση κωλύματος ή άλλης εύλογης αιτίας:

Νοείται περαιτέρω ότι η Επιτροπή έχει τη διακριτική ευχέρεια να καλέσει πρόσωπο ή να δεχτεί αίτημά του για προφορικές παραστάσεις σε περίπτωση που αυτές απαιτούνται, κατά την απόλυτη κρίση της για την επεξήγηση των γραπτών παραστάσεων.

(3) Η Επιτροπή οφείλει να λαμβάνει υπόψη της τις παραστάσεις αυτές πριν να προβεί στην έκδοση της απόφασής της για την ύπαρξη ή μη ενδεχόμενης παράβασης και την ενδεχόμενη επιβολή διοικητικού προστίμου και στον καθορισμό του ύψους του οφειλόμενου ποσού.

(4) Απόφαση της Επιτροπής προς επιβολή διοικητικού προστίμου πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη και να κοινοποιείται εγγράφως προς κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο:

Νοείται ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής υπόκεινται στο ένδικο μέσο της προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάση του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

(5) Η Επιτροπή δύναται να δημοσιοποιεί απόφασή της προς επιβολή διοικητικού προστίμου σύμφωνα με τα εδάφια (3) και (4).