Ανάκληση ή αναστολή άδειας «Ε»

16.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή ανακαλεί ή αναστέλλει την ισχύ της δυνάμει του άρθρου 15 χορηγούμενης άδειας «Ε» για οποιοδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:

(α) Αν η χορήγηση της άδειας «Ε» έχει εξασφαλιστεί με δόλο, ψευδή δήλωση ή απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος που έγινε εν γνώσει του αδειούχου· ή

(β) αν συχνά ή συστηματικά ο αδειούχος παραβιάζει διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ή τους όρους υπό τους οποίους χορηγήθηκε η άδεια «Ε»:

(2) Προτού η αρμόδια αρχή ανακαλέσει ή αναστείλει την ισχύ άδειας «Ε» δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, παρέχει στον αδειούχο στον οποίο αναφέρεται η άδεια «Ε» προειδοποίηση τουλάχιστο δύο εβδομάδων για την πρόθεσή της αυτή αναφέροντας λεπτομερώς τους λόγους της ανάκλησης ή της αναστολής, και δίνοντας την ευκαιρία στον αδειούχο να υποβάλει γραπτώς τις πιθανές παραστάσεις του. Η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη τις εν λόγω παραστάσεις:

Νοείται ότι ο αδειούχος στον οποίο αναφέρεται η άδεια «Ε» μπορεί να υποβάλει γραπτές παραστάσεις μέσα σε δεκαπέντε το αργότερο μέρες από την ημερομηνία λήψης της προειδοποίησης.

(3) Η ισχύς άδειας «Ε» ανακαλείται αυτόματα-

(α) Αν το Συμβούλιο ανακάλεσε την ισχύ της άδειας· ή

(β) αν το επιβατηγό όχημα έπαυσε να πληροί τις διατάξεις των εκάστοτε σε ισχύ νόμων, κανονισμών και διαταγμάτων που αφορούν στα επιβατηγά οχήματα.

(4) Η ισχύς άδειας «Ε» αναστέλλεται αυτόματα αν το Συμβούλιο ανέστειλε την ισχύ της άδειας. Η διάρκεια της αναστολής της ισχύος άδειας «Ε» είναι ίση και ταυτόχρονη με τη διάρκεια της αναστολής της ισχύος της άδειας.

(5) Σε περίπτωση ανάκλησης ή αναστολής της ισχύος άδειας «Ε», που αποφασίζεται δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο αδειούχος στον οποίο αναφέρεται η άδεια «Ε» οφείλει, χωρίς καθυστέρηση, να την επιστρέψει στην αρμόδια αρχή χωρίς να δικαιούται να του επιστραφούν τέλη που έχει καταβάλει. Αν ο αδειούχος που κατέχει τέτοια άδεια παραλείψει να την επιστρέψει, όπως προβλέπεται πιο πάνω, η άδεια «Ε» κατάσχεται και επιστρέφεται στην αρμόδια αρχή από οποιοδήποτε επιθεωρητή ή αστυνομικό με στολή.