Αρχή του εύλογου μέτρου και αδικήματα

9.-(1) Οι αρχές που αναφέρονται στα άρθρα 4 έως 8 εφαρμόζονται με τη λήψη εύλογων μέτρων και στην έκταση που οι τοπικές οικονομικές και άλλες συνθήκες το επιτρέπουν.

(2) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού "εύλογα μέτρα" σημαίνει τα μέτρα εκείνα που προβλέπονται σε οποιοδήποτε άλλο νόμο ή κανονισμό και που θα πρέπει να ληφθούν για εφαρμογή των πιο πάνω αρχών, λαμβανομένων υπόψη ορισμένων παραγόντων που επηρεάζουν την έννοια του εύλογου μέτρου, μεταξύ των οποίων τα ακόλουθα:

(α) Η φύση και η απαιτούμενη δαπάνη για τη λήψη των μέτρων

(β) οι οικονομικοί πόροι του προσώπου το οποίο έχει την υποχρέωση να λάβει τα μέτρα·

(γ) η δημοσιονομική κατάσταση και άλλες υποχρεώσεις του κράτους στις περιπτώσεις όπου η υποχρέωση για τη λήψη μέτρων αφορά το δημόσιο·

(δ) η προσφορά δωρεών από το δημόσιο ή άλλες πηγές ως συνεισφορά προς το ολικό κόστος των εν λόγω μέτρων·

(ε) η κοινωνικο-οικονομική κατάσταση του αναπήρου.

(3) Πρόσωπο το οποίο χωρίς εύλογη αιτία προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη, ενέργεια ή παράλειψη, η οποία ισοδυναμεί με δυσμενή διάκριση έναντι αναπήρου, διαπράττει αδίκημα τιμωρούμενο με χρηματική ποινή μέχρι τρεις χιλιάδες λίρες.

Για τους σκοπούς του εδαφίου αυτού "εύλογη αιτία" περιλαμβάνει όλες τις περιπτώσεις όπου δε δύνανται να ληφθούν ή δε λήφθηκαν εύλογα μέτρα εφαρμογής δυνάμει του άρθρου αυτού.