Ευθύνη των αξιωματούχων σχεδίου, του διευθυντή ή του εμπιστευματοδόχου σε περίπτωση παράβασης του Νόμου ή διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει αυτού

61.—(1) Τηρουμένου του εδαφίου (2) του άρθρου αυτού, αν το δικαστήριο κατόπιν αίτησης του εκκαθαριστή ή της Τράπεζας ή οποιουδήποτε μεριδιούχου ή πιστωτή σχεδίου που τελεί υπό εκκαθάριση ή διάλυση και δεν είναι σε θέση να πληρώσει όλα τα χρέη του κρίνει ότι υπήρξε παράβαση οποιουδήποτε άρθρου του Νόμου ή διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει αυτού, η οποία—

(α) Συνέβαλε στην αδυναμία του σχεδίου να πληρώσει τα χρέη του· ή

(β) οδήγησε σε ουσιώδη αβεβαιότητα ως προς το ενεργητικό και τις υποχρεώσεις του σχεδίου, τις συνεισφορές των μεριδιούχων και τις επενδύσεις του εν λόγω σχεδίου· ή

(γ) ουσιωδώς παρεμπόδισε την εύρυθμη εκκαθάρισή του, δύναται να προβεί στη δήλωση ότι οποιοσδήποτε από τους νυν ή πρώην αξιωματούχους του σχεδίου, ο διευθυντής ή ο εμπιστευματοδόχος του ευθύνεται για την παράβαση και είναι προσωπικά υπεύθυνος για το σύνολο ή για το μέρος των χρεών και των άλλων υποχρεώσεων του σχεδίου, όπως καθορίζει το δικαστήριο.

(2) Κατά την ακρόαση της αίτησης δυνάμει του εδαφίου (1), το πρόσωπο που υποβάλλει την αίτηση δύναται να προσκομίζει αποδείξεις ή να καλεί μάρτυρες.

(3)(α) Όταν το δικαστήριο προβαίνει σε δήλωση δυνάμει του εδαφίου (1) δύναται ταυτόχρονα να δίνει τις οδηγίες που κρίνει αναγκαίες, ώστε η δήλωση να καταστεί αποτελεσματική, και ειδικότερα να προνοεί ότι η ευθύνη οποιουδήποτε προσώπου αναφέρεται στη δήλωση αποτελεί επιβάρυνση—

(i) Επί οποιουδήποτε χρέους ή οποιασδήποτε υποχρέωσης οφείλεται από το σχέδιο στο εν λόγω πρόσωπο·

(ii) επί οποιασδήποτε υποθήκης ή επιβάρυνσης ή συμφέροντος επί οποιασδήποτε υποθήκης ή επιβάρυνσης επί του ενεργητικού του σχεδίου το οποίο κέκτηται το εν λόγω πρόσωπο ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο για λογαριασμό του εν λόγω προσώπου και δύναται κατά καιρούς να εκδίδει διάταγμα το οποίο θεωρεί αναγκαίο για σκοπούς εκτέλεσης οποιασδήποτε επιβάρυνσης επιβάλλεται δυνάμει του εδαφίου αυτού.

(β) Στις περιπτώσεις διεθνών επενδυτικών εταιρειών και διεθνών επενδυτικών συνεταιρισμών περιορισμένης ευθύνης αντίγραφο της δήλωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 3(α) πιο πάνω κατατίθεται στον Έφορο, ενώ στην περίπτωση διεθνών εμπιστευμάτων μονάδων σχεδίου κατατίθεται μόνο στην Τράπεζα και είναι διαθέσιμη για δημόσιο έλεγχο.

(4) Το δικαστήριο κατά την ακρόαση της αίτησης, δυνάμει του εδαφίου (1), σχετικά με οποιοδήποτε πρόσωπο, λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα:

(α) Ότι το εν λόγω πρόσωπο πήρε όλα τα εύλογα μέτρα για την εξασφάλιση συμμόρφωσης του σχεδίου, του διευθυντή ή του εμπιστευματοδόχου του προς τις διατάξεις του Νόμου ή διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει αυτού·

(β) ότι το εν λόγω πρόσωπο εύλογα πίστευε ότι ικανό και αξιόπιστο πρόσωπο που επίσημα διορίστηκε για το σκοπό αυτό ήταν επιφορτισμένο με το καθήκον να διασφαλίζει ότι το σχέδιο, ο διευθυντής και ο εμπιστευματοδόχος του συμμορφώνονταν προς τις διατάξεις του Νόμου ή διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει αυτού.

(5) Το άρθρο αυτό εφαρμόζεται παρά το ότι το πρόσωπο, σε σχέση με το οποίο ζητείται η δήλωση δυνάμει του εδαφίου (1), υπόκειται σε ποινική δίωξη για αδίκημα που διαπράχθηκε σε σχέση με τα ίδια γεγονότα βάσει των οποίων ζητείται η δήλωση ή έχει καταδικαστεί για τέτοιο αδίκημα.

(6)(α) Αν για σχέδιο που τελεί υπό εκκαθάριση ή διάλυση και αδυνατεί να πληρώσει όλα τα χρέη του το δικαστήριο κρίνει ότι υπήρξε παράβαση οποιουδήποτε άρθρου του Νόμου ή διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει αυτού, η οποία—

(i) Συνέβαλε στην αδυναμία του σχεδίου να καταβάλει τα χρέη του· ή

(ii) οδήγησε σε ουσιώδη αβεβαιότητα ως προς το ενεργητικό και τις υποχρεώσεις του, τις συνεισφορές των μεριδιούχων και τις επενδύσεις του εν λόγω σχεδίου· ή

(iii) ουσιωδώς παρεμπόδισε την εύρυθμη εκκαθάριση του, κάθε αξιωματούχος του σχεδίου, του διευθυντή ή του εμπιστευματοδόχου του που ευθύνεται για την παράβαση του Νόμου ή διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει αυτού είναι ένοχος αδικήματος.

(β) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα που διαπράχθηκε δυνάμει του άρθρου αυτού αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο το να αποδείξει ότι—

(i) Πήρε όλα τα εύλογα μέτρα για την εξασφάλιση συμμόρφωσης του σχεδίου, του διευθυντή ή του εμπιστευματοδόχου του προς τις διατάξεις του Νόμου ή διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει αυτού· ή

(ii) εύλογα πίστευε ότι ικανό και αξιόπιστο πρόσωπο που επίσημα διορίστηκε για το σκοπό αυτό ήταν επιφορτισμένο με το καθήκον να διασφαλίζει ότι το σχέδιο, ο διευθυντής και ο εμπιστευματοδόχος του συμμορφώνονταν προς τις διατάξεις του Νόμου ή διοικητικής πράξης δυνάμει αυτού.