Ερμηνεία

2. Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη διάφορος έννοια-

“ακίνητο” σημαίνει κτίριο υπό ή προς ενοικίαση για κατοικία ή κατάστημα που βρίσκεται μέσα στα όρια ελεγχόμενης περιοχής και συμπληρώθηκε μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Ενοικιοστασίου (Τροποποιητικού) Νόμου του 1995

“Ανώτατον Δικαστήριον” σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 3 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου καθιδρυθέν Ανώτατον Δικαστήριον

“Ανώτατον Δικαστικόν Συμβούλιον” σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 10 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου καθιδρυθέν Ανώτατον Δικαστήριον

“διατηρητέα οικοδομή” σημαίνει οικοδομή για την οποία έχει εκδοθεί Διάταγμα Διατήρησης, σύμφωνα με το άρθρο 38 των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμων του 1972 μέχρι 1999

“Δικαστήριον” σημαίνει το καθιδρυόμενον δυνάμει του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου Δικαστήριον Ελέγχου Ενοικιάσεων και περιλαμβάνει παν Τμήμα αυτού

“ελεγχόμενη περιοχή” σημαίνει πάσαν περιοχήν εν Κύπρω κηρυχθείσαν ως τοιαύτην δυνάμει των διά του παρόντος Νόμου καταργουμένων περί Ενοικιοστασίου Νόμων του 1975 έως 1980, πάσαν περιοχήν αναφερομένην εν τω Πίνακι του περί Ενοικιοστασίου (Τροποποιητικού) Νόμου του 1986 και περιλαμβάνει πάσαν ετέραν περιοχήν ήτις ήθελε κηρυχθή ως τοιαύτη διά διατάγματος του Υπουργικού Συμβουλίου συμφώνως προς τας διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου εξαιρουμένων των περιοχών οι οποίες καταλαμβάνονται, κατέχονται ή χρησιμοποιούνται από τους Αερολιμένες Λάρνακας και Πάφου και από τα Λιμάνια Λεμεσού (παλαιό και νέο), Λάρνακας, Πάφου, Βασιλικού, Ζυγίου και Λατσιού, και περιοχών μέσα στις οποίες βρίσκονται τουριστικά περίπτερα ή περιοχών τουριστικών παραλιών ή άλλων ακινήτων ή υποστατικών ιδιοκτησίας του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού ή περιοχών κρατικής γης που εκμισθώθηκαν από το Δημόσιο στον Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού δυνάμει σύμβασης μίσθωσης με διάρκεια μεγαλύτερη των 15 ετών για την αξιοποίηση, χρήση, προώθηση, προαγωγή και ανάπτυξη του τουρισμού

“ενοικίασις” σημαίνει ενοικίασιν, είτε έγγραφον ή άλλως, ή κατοχήν ακινήτου, δυνάμει της οποίας δημιουργείται η σχέσις ιδιοκτήτου και ενοικιαστού αλλά δεν περιλαμβάνει ενοικίασιν γης χρησιμοποιουμένην διά γεωργικούς σκοπούς ή ενοικίασιν σταθμών διά την πώλησιν πετρελαιοειδών ή ενοικίασιν χώρου σταθμεύσεως μηχανοκινήτων οχημάτων, ή ενοικίασιν επιπλωμένων κατοικιών ή διαμερισμάτων βραχυτέραν των εξ μηνών ή ενοικίασιν ξενοδοχείων, ξενοδοχειακών μονάδων ή τουριστικών καταλυμάτων

Νοείται ότι το δικαίωμα κατοχής και ο καθορισμός του ενοικίου ή ανταλλάγματος από την υπενοικίαση ή την άδεια χρήσεως μεταξύ του πρατηριούχου και της εταιρείας πετρελαιοειδών διέπονται από και ρυθμίζονται με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και, σε περίπτωση μετακίνησης του σταθμού σε άλλο ακίνητο, δεν επηρεάζονται τα δικαιώματα αυτά του πρατηριούχου, εφαρμοζομένων, σε τέτοια περίπτωση, των διατάξεων του άρθρου 14(1)(β) του παρόντος Νόμου, τηρουμένων των αναλογιών

“ενοικιαστής” σημαίνει παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον το οποίον συνήθως διαμένει ή έχει την έδραν αυτού εν Κύπρω και το οποίον είναι ενοικιαστής ακινήτου, εν σχέσει προς το οποίον υφίσταται ενοικίασις και περιλαμβάνει-

(α) θέσμιον ενοικιαστήν

(β) οιονδήποτε υπενοικιαστήν ή παν έτερον πρόσωπον αποκτών δικαίωμα κατοχής του ακινήτου από τον αρχικόν ενοικιαστήν ή υπενοικιαστήν

(γ) τον επιζώντα σύζυγον όστις, ή τέκνον ενοικιαστού το οποίον, διέμενε μετ’ αυτού κατά τον χρόνον του θανάτου του ή εφοίτα τακτικώς εν τη αλλοδαπή ή εργαζόταν προσωρινώς εν τη αλλοδαπή κατά τον χρόνον του θανάτου του ενοικιαστού ή, εν περιπτώσει ενοικιάσεως κατοικίας, οσάκις ο ενοικιαστής δεν εγκαταλείπη σύζυγον ή ο ενοικιαστής είναι γυνή, τοιούτο μέλος της οικογενείας του ενοικιαστού το οποίον διέμενε μετ’ αυτού διά περίοδον ουχί μικροτέραν των εξ μηνών αμέσως προ του θανάτου του ενοικιαστού

(δ) την εν διαστάσει λόγω εγκαταλείψεως της συζυγικής εστίας από τον σύζυγον της ενοικιαστήν σύζυγον αυτού ως και τα τέκνα αυτών

(ε) την Κυβέρνησιν της Κυπριακής Δημοκρατίας και οιονδήποτε νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου,

αλλά δεν περιλαμβάνει μη πολίτην της Δημοκρατίας, εξαιρουμένου του συζύγου ή της συζύγου πολίτου της Δημοκρατίας, ή νομικόν πρόσωπον ελεγχόμενον υπό αλλοδαπών

“ενοίκιον” περιλαμβάνει οιονδήποτε ποσόν πληρωνόμενον ως ενοίκιον ως και μίσθωμα διά την χρησιμοποίησιν επίπλων εις περιπτώσεις καθ’ ας ακίνητον ενοικιάζεται επιπλωμένον ή εις περιπτώσεις καθ’ ας ακίνητον ενοικιάζεται και τα εν αυτώ έπιπλα εκμισθώνονται υπό του ιδιοκτήτου εις τον ενοικιαστήν αλλά δεν περιλαμβάνει κοινόχρηστα

“έργα” σημαίνει μετατροπές ή άλλες οικοδομικές εργασίες σε διατηρητέα οικοδομή για τις οποίες έχει εξασφαλισθεί η αναγκαία συγκατάθεση, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 38 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου

“θέσμιος ενοικιαστής” σημαίνει ενοικιαστήν ακινήτου ο οποίος κατά την λήξιν ή τον τερματισμόν της πρώτης ενοικιάσεως, εξακολουθεί να κατέχη το ακίνητον και περιλαμβάνει πάντα θέσμιον ενοικιαστήν προ της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου

“ιδιοκτήτης” περιλαμβάνει εν σχέσει προς οιονδήποτε ακίνητον παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον, πλην του ενοικιαστού, το οποίον δικαιούται ή θα εδικαιούτο, άνευ των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εις κατοχήν ακινήτου, και εν περιπτώσει υπενοικιάσεως, ενοικιαστήν όστις υπενοικιάζει το ακίνητον ή οιονδήποτε μέρος τούτου

“κατάστημα” σημαίνει ακίνητον ενοικιαζόμενον δι’ οιανδήποτε εργασίαν, επιτήδευμα ή οιονδήποτε έτερον επαγγελματικόν σκοπόν και χρησιμοποιούμενον ως τοιούτον

“κατοικία” σημαίνει οικοδομή ή κατασκευή ή μέρος της που ενοικιάζεται ως κατοικία προσώπου ή για τη στέγαση σωματείων, ιδρυμάτων και μη επαγγελματικών οργανώσεων, έστω και αν μέρος αυτής χρησιμοποιείται για επαγγελματικούς σκοπούς

“κοινόχρηστα” σημαίνει-

(α) την χρήσιν κοινοχρήστων χώρων του ακινήτου υπό των ενοίκων αυτού

(β) την χρήσιν κοινοχρήστων εγκαταστάσεων του ακινήτου

(γ) την χρήσιν κοινοχρήστων υγειονομικών διευθετήσεων και εγκαταστάσεων του ακινήτου

(δ) την παροχήν προμηθείας ηλεκτρικού ρεύματος και ύδατος εις τους κοινοχρήστους χώρους του ακινήτου προς χρήσιν ή εξυπηρέτησιν των ενοίκων αυτού και

(ε) την παροχήν υπηρεσιών διά τον καθαρισμόν και φύλαξιν των κοινοχρήστων χώρων του ακινήτου και τοιούτων άλλων διευκολύνσεων αι οποίαι είναι αναγκαίαι διά την υπό του ενοικιαστού κατοχήν και χρήσιν του υπ’ αυτού ενοικιαζομένου ακινήτου ή μέρους τούτου

“πρώτη ενοικίαση” σημαίνει την πρώτη ενοικίαση του ακινήτου από τον εκάστοτε ενοικιαστή και η διάρκεια της καθορίζεται από το ενοικιαστήριο έγγραφο ή την προφορική συμφωνία ή ελλείψει αυτών από τον τρόπο πληρωμής

“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργόν Δικαιοσύνης.