Εξουσιοδότησις πράξεων άλλως παρανόμων δυνάμει των προηγουμένων διατάξεων

8.-(1) Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται διά κανονισμών-

(α) να εξαιρή των άρθρων 4(1) (α) ή (β), 5(1) (α) ή (β) ή 6(1) του παρόντος Νόμου τοιαύτα ελεγχόμενα φάρμακα οία ήθελον καθορισθή εν τοις κανονισμοίς˙ και

(β) να καθιστά νομίμους πράξεις διενεργουμένας υπό προσώπων τινών, αίτινες δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 5(1), 6(1), 7(1) και 7Α θα ήσαν άλλως παράνομοι.

(2) Άνευ επηρεασμού της γενικότητος της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) ανωτέρω, κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του εν λόγω εδαφίου δι’ ων παρέχεται εξουσιοδότησις διά την διενέργειαν οιασδήποτε τοιαύτης πράξεως δύνανται ειδικώτερον να προνοώσιν όπως καθίσταται νόμιμος οιαδήποτε πράξις-

(α) γενομένη δυνάμει και συμφώνως προς τους όρους αδείας ή εξουσιοδοτήσεως εκδιδομένης υπό του Υπουργού˙ ή

(β) γενομένη συμφώνως προς τοιούτους όρους οίοι ήθελον καθορισθή.

(2Α) Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του εδαφίου (1) δύναται να-

(α) Ρυθμίζουν τη διαδικασία υποβολής, αξιολόγησης και εξέτασης αιτήσεων για έκδοση αδειών, καθώς και τη σύσταση Επιτροπών για το σκοπό αυτό˙

(β) καθορίζουν τα τέλη που καταβάλλονται για σκοπούς αδειοδότησης.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4) κατωτέρω το Υπουργικόν Συμβούλιον ασκεί τας εξουσίας αυτού προς έκδοσιν κανονισμών δυνάμει του εδαφίου (1) ανωτέρω, κατά τοιούτον τρόπον ώστε να διασφαλίζηται-

(α) ότι δεν είναι παράνομον δυνάμει του άρθρου 5(1) του παρόντος Νόμου δι’ οιονδήποτε ιατρόν, οδοντίατρον ή κτηνίατρον ενεργούντα υπό την ιδιότητα του ταύτην να αναγράφη συνταγήν, χορηγή, κατασκευάζη, παρασκευάζη ή προμηθεύη ελεγχόμενα φάρμακα ή δι’ οιονδήποτε φαρμακοποιόν ή οιονδήποτε εξουσιοδοτημένον  πωλητήν δηλητηρίων, ενεργούντα εν εκατέρα περιπτώσει υπό την ιδιότητα του ταύτην να κατασκευάζη, παρασκευάζη ή προμηθεύη ελεγχόμενα φάρμακα˙ και

(β) ότι δεν είναι παράνομον δυνάμει του άρθρου 6(1) του παρόντος Νόμου δι’ οιονδήποτε ιατρόν, οδοντίατρον, κτηνίατρον, φαρμακοποιόν ή εξουσιοδοτημένον πωλητήν δηλητηρίων να έχη ελεγχόμενον φάρμακον εν τη κατοχή αυτού διά τους σκοπούς του επαγγέλματος του.

(4) Εάν εν τη περιπτώσει οιουδήποτε ελεγχομένου φαρμάκου, το Υπουργικόν Συμβούλιον είναι της γνώμης ότι είναι προς το δημόσιον συμφέρον-

(α) όπως η παραγωγή, προμήθεια και κατοχή του εν λόγω φαρμάκου κηρυχθή εντελώς παράνομος ή παράνομος πλήν διά σκοπούς ερεύνης ή ετέρους ειδικούς σκοπούς˙ ή

(β) όπως καταστή παράνομον δι’ οιονδήποτε ιατρόν, οδοντίατρον, κτηνίατρον, φαρμακοποιόν ή εξουσιοδοτημένον πωλητήν δηλητηρίων να προβαίνη εις ενεργείας εν σχέσει προς το εν λόγω φάρμακον εκ των εν τω εδαφίω (3) ανωτέρω αναφερομένων πλην δυνάμει αδείας ή ετέρας εξουσιοδοτήσεως εκδιδόμενης υπό του Υπουργού,

τούτο δύναται διά Διατάγματος δημοσιευομένου εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας να ορίση το εν λόγω φάρμακον ως φάρμακον διά το οποίον εφαρμόζεται το παρόν εδάφιον και εφ’ όσον τελεί εν ισχύϊ διάταγμα δυνάμει του παρόντος εδαφίου ορίζον ελεγχόμενον φάρμακον ως φάρμακον διά το οποίον το παρόν εδάφιον εφαρμόζεται, το εδάφιον (3) ανωτέρω δεν θα εφαρμόζηται εν σχέσει προς το ρηθέν φάρμακον.

(5) Οιονδήποτε Διάταγμα δυνάμει του εδαφίου (4) ανωτέρω δύναται να τροποποιηθή ή ανακληθή διά μεταγενεστέρου διατάγματος δυνάμει του αυτού εδαφίου.

(6) Αναφορά εν τω παρόντι άρθρω εις την υπό τινός προσώπου διενέργειαν πράξεως τινος περιλαμβάνει ωσαύτως αναφοράν εις κατοχήν πραγμάτων υπ’ αυτού.