Συμπληρωματικαί φορολογίαι

36.-(1) Οσάκις ο Έφορος νομίση ότι το ποσόν ο πρόσωπόν τι υποχρεούται να καταβάλη ως φόρον κληρονομίας έχει εκτιμηθή εις έλασσον του δέοντος, ούτος δύναται, καθ’ οιονδήποτε χρόνον εντός τριών ετών από της ημερομηνίας της αρχικής βεβαιώσεως, να προβή εις συμπληρωματικήν βεβαίωσιν του ποσού ο το τοιούτον πρόσωπον, κατά την γνώμην του, οφείλει να καταβάλη:

Νοείται ότι-

(α) εις περιπτώσεις καθ’ άς η χαμηλή φορολογία οφείλεται εις δόλον ή εσκεμμένην φοροδιαφυγήν, η τοιαύτη συμπληρωματική βεβαίωσις δύναται να γίνη καθ’ οιονδήποτε χρόνον.

(β) ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι η προμνησθείσα περίοδος των τριών ετών εξέπνευσεν, ο Έφορος δύναται να βεβαιώση καθ’ οιονδήποτε χρόνον υποχρέωσιν εις συμπληρωματικήν φορολογίαν ήτις δυνατόν να αχθή εις γνώσιν του υπό του εκτελεστού ή υφ’ οιουδήποτε ετέρου προσώπου υποχρέου εις την καταβολήν φόρου κληρονομίας βάσει του παρόντος νόμου.

(γ) συμπληρωματική βεβαίωσις γενομένη δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν θα επηρεάζη περιουσιακά στοιχεία αναφερόμενα εν πιστοποιητικώ εκδοθέντι δυνάμει του άρθρου 48 του παρόντος νόμου, ουδέ θα δημιουργή ή συνιστά επιβάρυνσιν επί τοιούτων στοιχείων εκτός υπό τας συνθήκας τας αναφερομένας εν τη παραγράφω (4) του ειρημένου άρθρου.

(2) Εις περιπτώσεις καθ’ άς εγένετο συμπληρωματική βεβαίωσις δυνάμει της παραγράφου (1) του παρόντος άρθρου, ο εκτελεστής, πλην των περιπτώσεων εις άς ενυπάρχει δόλος, δεν θα υπέχη προσωπικήν ευθύνην διά φόρον κληρονομίας επιβληθέντα δυνάμει τοιαύτης συμπληρωματικής βεβαιώσεως λόγω του ότι ετερμάτισε την διαχείρισιν ή διένειμε την περιουσίαν του αποθανόντος χωρίς να παρακρατήση μέρος αυτής διά την πληρωμήν του φόρου.