Υπάλληλοι και εργάτες του Συμβουλίου

14.-(1) Το Συμβούλιο δύναται, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου να δημιουργεί θέσεις στην υπηρεσία του και να ορίζει τον αριθμό και τη μισθολογική κλίμακα κάθε θέσης.

(2) Το Συμβούλιο δύναται να διορίζει κατάλληλα πρόσωπα στις θέσεις οι οποίες είναι δυνατόν να δημιουργηθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1).

(3) Το Συμβούλιο δύναται, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδει Κανονισμούς που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθορίζοντας τους όρους υπηρεσίας των υπαλλήλων του, και ιδιαίτερα τα θέματα τα σχετικά με το διορισμό, προαγωγή, απόλυση, άδειες, ιατρική και κοινωνική πρόνοια, ωφελήματα αφυπηρέτησης λόγω ορίου ηλικίας ή άλλως, χορηγήματα και πειθαρχία.

Νοείται ότι οποιοιδήποτε κανονισμοί οι οποίοι έχουν σχέση με ιατρική και κοινωνική πρόνοια, ωφελήματα αφυπηρέτησης λόγω ορίου ηλικίας ή άλλως και χορηγήματα μπορεί να περιέχουν και διατάξεις για αναδρομική εφαρμογή τους.

(4)Το Συμβούλιο δύναται να προσλαμβάνει τους αναγκαίους εργάτες για την ενάσκηση των εξουσιών του και την εκτέλεση των καθηκόντων του.

(5) Στο Συμβούλιο δύναται να μεταφέρεται υπάλληλος ή εργάτης, ο οποίος, αμέσως πριν από την ημερομηνία ανακήρυξης οποιασδήποτε περιοχής σε περιοχή προμήθειας για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, υπηρετούσε σε δήμο, κοινοτικό συμβούλιο, χωρίο ή σύμπλεγμα δήμων, κοινοτικών συμβουλίων ή χωρίων ή άλλη αρχή τοπικής διοίκησης, από την ημερομηνία της δημοσίευσης του Διατάγματος του Υπουργικού Συμβουλίου, του προβλεπόμενου στο εδάφιο (1) του άρθρου  3  του  παρόντος  Νόμου  και  τοποθετείται σε ξεχωριστή δομή και σε μεμονωμένη θέση, η οποία σημειώνεται με διπλό σταυρό στον Προϋπολογισμού του Συμβουλίου και με την κένωσή της, για οποιοδήποτε λόγο, καταργείται, και της οποίας οι λειτουργίες, εφόσον τούτο είναι πρακτικώς δυνατό, είναι ανάλογες με τις λειτουργίες της θέσης που κατέχει στο δήμο, στο κοινοτικό συμβούλιο, στο χωρίο ή στο σύμπλεγμα δήμων ή κοινοτικών συμβουλίων ή χωρίων ή στην αρχή τοπικής διοίκησης:

Νοείται ότι ο υπάλληλος ή ο εργάτης αυτός δύναται, πριν από τη μεταφορά του στο Συμβούλιο και εντός ενός μηνός από την κοινοποίηση σε αυτόν των όρων υπηρεσίας της νέας θέσεώς του, να δηλώσει με έγγραφη γνωστοποίηση προς το Συμβούλιο, ότι δεν επιθυμεί τη μεταφορά του στην υπηρεσία του Συμβουλίου, οπόταν θεωρείται ότι η υπηρεσία του έχει τερματιστεί και, σε τέτοια περίπτωση, δικαιούται τα ίδια ωφελήματα αποχώρησης, τα οποία θα εδικαιούτο αν αποχωρούσε από την υπηρεσία του δήμου, κοινοτικού συμβουλίου, χωρίου ή συμπλέγματος δήμων, κοινοτικών συμβουλίων ή χωρίων ή άλλης αρχής τοπικής διοίκησης, με βάση τις εφαρμοζόμενες σε αυτά διατάξεις.

(6) Η υπηρεσία στο Συμβούλιο του υπαλλήλου ή εργάτη, που αναφέρεται στο εδάφιο (5), θεωρείται ως άνευ διακοπής συνέχιση της υπηρεσίας του στην προηγούμενη υπηρεσία και η αντιμισθία και οι λοιποί όροι υπηρεσίας του στο Συμβούλιο δεν μπορεί να μεταβληθούν δυσμενώς γι’ αυτόν ενώ συνεχίζεται η υπηρεσία του στο Συμβούλιο:

Νοείται ότι για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, «όροι υπηρεσίας» περιλαμβάνουν θέματα σχετικά με την άδεια, παύση ή αποχώρηση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ωφελήματα αφυπηρέτησης λόγω ορίου ηλικίας ή άλλως, χορηγήματα ή άλλα παρόμοια επιδόματα:

Νοείται περαιτέρω ότι για οποιαδήποτε τυχόν σύνταξη ή άλλα ωφελήματα αφυπηρέτησης, μέχρι την ημέρα της μεταφοράς του υπαλλήλου ή εργάτη στην υπηρεσία του Συμβουλίου, παραμένει υπεύθυνος ο δήμος ή το κοινοτικό συμβούλιο ή το χωρίο ή το σύμπλεγμα δήμων, κοινοτικών συμβουλίων ή χωρίων ή άλλη αρχή τοπικής   διοίκησης,   στην   οποία  υπηρετούσε   ο υπάλληλος ή ο εργάτης μέχρι την ημέρα της αποχώρησής του από την υπηρεσία αυτή.

(7) Κάθε υπάλληλος ή εργάτης που μεταφέρεται στην υπηρεσία του Συμβουλίου, δυνάμει του εδαφίου (5), κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στο Συμβούλιο, απολαμβάνει όλων των δικαιωμάτων και ωφελημάτων και υπόκειται σε όλες τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντα των υπαλλήλων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου και των κανονισμών που διέπουν το οικείο Συμβούλιο.