Σημείωση

Παρατηρήσεις Υπηρεσίας Αναθεωρήσεως και Ενοποιήσεως της Κυπριακής Νομοθεσίας

1. Ο βασικός Νόμος τέθηκε σε ισχύ την 1η Σεπτεμβρίου, 1946.

2. Το άρθρο 4 του βασικού νόμου τέθηκε σε ισχύ στις 4 Μαρτίου 1953 με το άρθρο 3 του Νόμου 3 του 1960. Με το άρθρο 4 του Νόμου 3 του 1960 επιφυλάχθησαν τα δικαιώματα των διαδίκων σε εκκρεμούσες νομικές διαδικασίες.

3. Τα νομοθετήματα που αφορούν στη χρησικτησία που αναφέρονται στις επιφυλάξεις του άρθρου 10 του βασικού νόμου ότι καταργήθηκαν από το βασικό νόμο με επιφυλάξεις, αναφέρονται στο τέλος του Τέταρτου Πίνακα του βασικού νόμου.

4. Ο Νόμος 10 του 1966 ο οποίος αναφέρεται κάτω από τον πλαγιότιτλο του άρθρου 11Α(1) του βασικού νόμου τέθηκε σε ισχύ την 1η Απριλίου 1967 με γνωστοποίηση του Υπουργικού Συμβουλίου που δημοσιεύτηκε στο Τρίτο Παράρτημα της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας με Αρ. 566 στις 30 Μαρτίου 1967.

5. Το άρθρο 27 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) (Τροποποιητικού) Νόμου του 1980, περιέχει τις ακόλουθες μεταβατικές διατάξεις:

27. Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται σε κάθε πώληση που δηλώθηκε πριν από την έναρξη της ισχύος του Νόμου αυτού, αναφορικά με την οποία ίσχυαν οι διατάξεις του άρθρου 24 ή, ανάλογα με την περίπτωση, του άρθρου 25, όπως αυτές είχαν πριν από την τροποποίηση τους με το Νόμο αυτό:

(α) Αν η ενέργεια που απαιτείται από την παράγραφο (α) ή ανάλογα με την περίπτωση από την παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του σχετικού άρθρου δεν ληφθεί και δεν προσαχθεί στο Διευθυντή απόδειξη αυτής εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του Νόμου αυτού, ο Διευθυντής προχωρεί στη δημοσίευση ειδοποίησης που προβλέπεται από την προαναφερθείσα παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του σχετικού άρθρου, όπως προνοείται στο εδάφιο (2) του σχετικού άρθρου.

(β) Σε περίπτωση δημοσίευσης είτε από το πρόσωπο που στη δήλωση πώλησης φαίνεται ως αγοραστής είτε από το Διευθυντή όπως στην παράγραφο (α), αν εντός της προθεσμίας των τριάντα ημερών που προβλέπεται στην ειδοποίηση αυτή, ασκηθεί το δικαίωμα απόκτησης της ακίνητης ιδιοκτησίας που δηλώθηκε ως πωληθείσα το οποίο χορηγείται από το σχετικό άρθρο, ο Διευθυντής γνωστοποιεί το γεγονός στο πρόσωπο που φαίνεται στη δήλωση ως σκοπούμενος αγοραστής και, αν το πρόσωπο αυτό δεν ενεργήσει όπως στην παράγραφο (γ) εντός τριάντα ημερών από την ημερομηνία της γνωστοποίησης αυτής, με τη λήξη της προθεσμίας αυτής ο Διευθυντής εγγράφει την ακίνητη ιδιοκτησία στο όνομα του προσώπου που άσκησε το δικαίωμα απόκτησης αυτής και καταβάλλει στο πρόσωπο που φαίνεται στη δήλωση ως σκοπούμενος αγοραστής το ποσό που κατατέθηκε από το πρόσωπο που προαναφέρθηκε, αφού αφαιρέσει από αυτό τις δαπάνες για τη δημοσίευση ειδοποίησης που διενεργήθηκε από αυτόν.

(γ) Αν εντός τριάντα ημερών από τη γνωστοποίηση σε αυτόν που προβλέπεται στην παράγραφο (β) το πρόσωπο που φαίνεται στη δήλωση ως σκοπούμενος αγοραστής πιστεύει ότι λόγω αύξησης της αξίας της ακίνητης ιδιοκτησίας για την οποία πρόκειται η οποία σημειώθηκε μετά την ημερομηνία της δήλωσης μεταβίβασης ή από την ημερομηνία κατά την οποία συμφωνήθηκε η πώληση, ή λόγω βελτιώσεων που έγιναν σε αυτήν από το πρόσωπο αυτό, το τίμημα πώλησης που δηλώθηκε δεν αντιπροσωπεύει την αξία της ακίνητης ιδιοκτησίας κατά την ημερομηνία της δημοσίευσης δυνάμει της παραγράφου (α) του άρθρου αυτού, αυτός υποβάλλει στο Διευθυντή ένσταση αναφέροντας την αξία της ακίνητης ιδιοκτησίας η οποία κατά τη γνώμη του πρέπει να καταβληθεί από το πρόσωπο που άσκησε το δικαίωμα απόκτησης αυτής. Ο Διευθυντής γνωστοποιεί την ένσταση του προσώπου που στη δήλωση μεταβίβασης φαίνεται ως σκοπούμενος αγοραστής, στο πρόσωπο που άσκησε το δικαίωμα απόκτησης αυτής και ακολούθως:

(i) Το πρόσωπο που άσκησε το δικαίωμα απόκτησης της ακίνητης ιδιοκτησίας δύναται, εντός τριάντα περαιτέρω ημερών από την ημερομηνία της γνωστοποίησης του Διευθυντή που προβλέπεται από την παρούσα παράγραφο να καταθέσει στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο κάθε μέρος της αξίας που απαιτείται από το σκοπούμενο αγοραστή ή οποιασδήποτε αξίας ήθελε συμφωνηθεί μεταξύ αυτού και του σκοπούμενου αγοραστή το οποίο τυχόν υπερβαίνει το ποσό που αρχικά κατατέθηκε από αυτόν, ή

(ii) να αποταθεί στο Δικαστήριο για τον καθορισμό της αξίας που πρέπει να καταβληθεί,

(iii) αν, εντός της προθεσμίας των τριάντα ημερών που προβλέπεται από την παράγραφο (i) το πρόσωπο που ασκεί το δικαίωμα απόκτησης της ακίνητης ιδιοκτησίας παραλείψει να καταθέσει στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο την απαιτούμενη από τον σκοπούμενο αγοραστή αξία ή άλλη αξία που συμφωνήθηκε μεταξύ τους, ή αν δεν κοινοποιήσει προς το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο αντίγραφο οποιασδήποτε τυχόν αίτησης του προς το Δικαστήριο προς καθορισμό της αξίας που θα καταβληθεί το δικαίωμα της απόκτησης από αυτό της ακίνητης ιδιοκτησίας χάνεται, το ποσό που κατατέθηκε από αυτόν αρχικά στο Επαρχιακό Κτηματολογικό γραφείο επιστρέφεται και η ακίνητη ιδιοκτησία εγγράφεται στο όνομα του προσώπου που στη δήλωση πώλησης φαίνεται ως σκοπούμενος αγοραστής, βεβαρημένη με τις τυχόν δαπάνες της δημοσίευσης ειδοποίησης που έγινε από το Διευθυντή όπως προνοείται στην παράγραφο (α), ως αν οι δαπάνες αυτές ήταν τέλη ή δικαιώματα, και εφαρμόζονται αναφορικά με αυτές, οι διατάξεις του άρθρου 5 του περί Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος (Τέλη και Δικαιώματα) νόμου.

Επίσης η ακίνητη ιδιοκτησία εγγράφεται στο όνομα του προσώπου που στη δήλωση πώλησης φαίνεται ως σκοπούμενος αγοραστής, βεβαρημένη με τις τυχόν δαπάνες της δημοσίευσης ειδοποίησης που έγινε από το Διευθυντή, αν δεν ασκηθεί το δικαίωμα το χορηγούμενο από το σχετικό άρθρο κατόπι δημοσίευσης σύμφωνα με την παράγραφο (α) πιο πάνω."

6. Με το άρθρο 4 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) (Τροποποιητικού) Νόμου του 1978 (2 του 1978) καταργούνται οι περί Κρατικής Ιδιοκτησίας (Εγγραφή Μισθώσεως) Νόμοι του 1967 και 1968 (49 του 1967 και 88 του 1968) υπό την επιφύλαξη ότι κάθε εγγραφή μισθώσεως ή υπομισθώσεως ή μεταβίβαση τέτοιας μισθώσεως ή υπομισθώσεως θα θεωρείται ότι διενεργήθηκε δυνάμει του Μέρους IV του βασικού νόμου.

7. Το Μέρος IV ΕΓΓΡΑΦΗ ΜΙΣΘΩΣΕΩΝ τέθηκε σε ισχύ την 1η Απριλίου, 1980 με γνωστοποίηση του Υπουργικού Συμβουλίου που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Παράρτημα ΙΙΙ(Ι) Κ.Δ.Π. 61/80.

8. Το άρθρο 3 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) (Τροποποιητικού) Νόμου του 1978 (2 του 1978) περιέχει τις ακόλουθες μεταβατικές διατάξεις:

"3.-(1) Οποιαδήποτε μίσθωση ακίνητης ιδιοκτησίας η οποία υφίσταται κατά την ημερομηνία της έναρξης της ισχύος του Νόμου αυτού, δύναται να εγγραφεί τηρουμένων των αναλογιών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 65Β, το οποίο μέσω του Νόμου αυτού εντίθεται στο βασικό νόμο, εντός έξι μηνών από την αναφερόμενη ημερομηνία, αν

(α) Η περίοδος της μίσθωσης αυτής που δεν εξέπνευσε ακόμα, μαζί με τις περαιτέρω περιόδους ή περίοδο ανανέωσης ή παράτασης της σύμβασης που τυχόν προβλέπονται σαφώς στη σχετική σύμβαση, υπερβαίνει τα δεκαπέντε έτη·

(β) προσαχθεί η συγκατάθεση του εκμισθωτή η οποία απαιτείται για την εγγραφή αυτή (ο όρος αυτός έχει την έννοια που αποδίδεται σε αυτόν από το εδάφιο (2) του άρθρου 65Α που εντίθεται στο βασικό νόμο μέσω του Νόμου αυτού):

Νοείται ότι σε περίπτωση κατά την οποία δεν καθίσταται δυνατή η ανεύρεση του εκμισθωτή ή αν αυτός απεβίωσε και δεν εκδόθηκαν διατάγματα διαχείρισης της περιουσίας του ή αν δεν υπάρχουν ή αν οι διαχειριστές της περιουσίας του δεν ανευρίσκονται ή αν είναι δύσκολη η ανεύρεση των κληρονόμων εκμισθωτή που απέθανε ή τον δικαιούχων της υπό μίσθωση ακίνητης ιδιοκτησίας, η προσαγωγή της συγκατάθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο αυτή δεν είναι αναγκαία·

(γ) η αυθεντικότητα των υπογραφών του εκμισθωτή ή του μισθωτή ή και των δύο πάνω στο αντίγραφο της σχετικής σύμβασης δεν είναι δυνατό να πιστοποιηθεί, νοουμένου ότι σε τέτοια περίπτωση ο Διευθυντής ικανοποιείται σχετικά με αυτή, δυνάμενος να απαιτήσει, για το σκοπό αυτό, την προσαγωγή τέτοιων άλλων αποδεικτικών στοιχείων, περιλαμβανομένης και ένορκης δήλωσης, ή την επίδοση ή δημοσίευση με δαπάνες του μισθωτή, τέτοιων γνωστοποιήσεων, ως ο Διευθυντής ήθελε ορίσει σε κάθε περίπτωση· και

(δ) ο εκμισθωτής, αφού ειδοποιηθεί από το Διευθυντή για την απόφαση του να εγγράψει τη μίσθωση, δεν εφεσιβάλει την απόφαση αυτή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 80 του βασικού νόμου, οι οποίες διατάξεις εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογίων.

(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, και στην περίπτωση υπομίσθωσης εμπράγματου δικαιώματος που αποκτήθηκε με την εγγραφή μίσθωσης η οποία διενεργήθηκε δυνάμει του εδαφίου που αναφέρθηκε.

(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 65Δ που εντίθεται στο βασικό νόμο με το Νόμο αυτό, η υπομίσθωση εμπράγματου δικαιώματος που αποκτήθηκε βάσει σύμβασης μίσθωσης κρατικής ακίνητης ιδιοκτησίας η οποία γράφτηκε δυνάμει των νόμων που καταργούνται με το άρθρο 4 ή η οποία θα γραφτεί δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού δύναται να γραφτεί δυνάμει του βασικού νόμου, όπως αυτός τροποποιείται με το Νόμο αυτό, αν η περίοδος της μίσθωσης αυτής υπερβαίνει τα τρία έτη έστω και αν αυτή δεν υπερβαίνει τα δεκαπέντε έτη.

(4) Τηρουμένων των διατάξεων του Μέρους IV που εντίθεται στο βασικό νόμο με το Νόμο αυτό, μέχρι να εκδοθούν Κανονισμοί δυνάμει του άρθρου 65ΙΔ αυτοί οι οποίοι να καθορίζουν τα θέματα τα οποία δύναται ή πρέπει να καθοριστούν με Κανονισμούς, οι σχετικές διατάξεις των περί Κρατικής Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Εγγραφή Μισθώσεως) Κανονισμών του 1968 θα εφαρμόζονται όσον αφορά τη μίσθωση και υπομίσθωση κρατικής ακίνητης ιδιοκτησίας, ωσάν οι περί Κρατικής Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Εγγραφή Μισθώσεως) Νόμοι του 1967 και 1968 δεν είχαν καταργηθεί."

9. Το άρθρο 81 του βασικού νόμου πρέπει να διαβάζεται και ερμηνεύεται μαζί με τις διατάξεις του Άρθρου 155 του Συντάγματος και των διατάξεων του άρθρου 25 των περί Δικαστηρίων Νόμων του 1960 μέχρι 1980,

10. Το άρθρο 85 του βασικού νόμου πρέπει να διαβάζεται και ερμηνεύεται μαζί με τις σχετικές περί Δικαστηρίων διατάξεις του Συντάγματος.

11. Το άρθρο 2 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγαφή και Εκτίμηση) (Τροποποιητικού) Νόμου του 1994 (58(Ι) του 1994) "Ειδική διάταξη", γράφτηκε στο τέλος της μετάφρασης στα ελληνικά του βασικού νόμου λόγω της αυτοτέλειας του.

12. Μελετάται η επαναθέσπιση του βασικού νόμου.